Η αιματουρία είτε μακροσκοπική, όταν τα ούρα είναι εμφανώς κόκκινα, είτε μικροσκοπική, όταν η παρουσία του αίματος αποκαλύπτεται μόνο με το μικροσκόπιο, αποτελεί συχνή εκδήλωση των παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος και όχι μόνο.
Σε αντίθεση με την μακροσκοπική αιματουρία, που κατά κανόνα θορυβεί τον ασθενή και τον αναγκάζει να αναζητήσει έγκαιρα ιατρική βοήθεια, η μικροσκοπική αιματουρία, όταν δε συνοδεύεται από αξιόλογη συμπτωματολογία, συνήθως αποτελεί τυχαίο εργαστηριακό εύρημα, που όχι σπάνια δεν αξιολογείται σωστά ή και παραβλέπεται, με αποτελέσματα συχνά οδυνηρά λόγω καθυστερημένης διάγνωσης.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ακόμη και ένα μοναδικό επεισόδιο αιματουρίας, χωρίς καμία επανάληψη, μπορεί να υποκρύπτει κάποια σοβαρή παθολογία.
Γι‘ αυτό το λόγο απαιτείται πλήρης διαγνωστικός έλεγχος.
Η Αμερικανική Ουρολογική εταιρεία (American Urological Association, A.U.A.) ορίζει ως σημαντική μικροσκοπική αιματουρία την ανεύρεση ≥3 ερυθροκυττάρων ανά οπτικό πεδίο μεγάλης μεγέθυνσης στη μικροσκοπική εξέταση του ιζήματος των ούρων. Τα αίτια της μικροσκοπικής αιματουρίας είναι πολυάριθμα και κυμαίνονται από κλινικά μη σημαντικά έως και απειλητικά για τη ζωή.
Ο επιπολασμός της ασυμπτωματικής μικροσκοπικής αιματουρίας κυμαίνεται από 0,19-21% ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Στους ηλικιωμένους άνδρες, στους οποίους ο κίνδυνος ύπαρξης σημαντικών ουρολογικών παθήσεων είναι αυξημένος, ο επιπολασμός υπολογίζεται στο 21%.
Σε κάθε περίπτωση μικροσκοπικής αιματουρίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι παράγοντες κινδύνου ύπαρξης κακοήθειας, οι οποίοι είναι οι εξής:
- κάπνισμα
- επαγγελματική έκθεση σε χημικά ή χρωστικές
- ηλικία >35 έτη
- ιστορικό νεφρικής νόσου
- ιστορικό χρόνιας λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος
- κατάχρηση αναλγητικών
- ιστορικό ακτινοβολίας στην πύελο
Οι ασθενείς υψηλού κινδύνου πρέπει να υποβάλλονται σε πλήρη ουρολογικό έλεγχο, χωρίς καθυστέρηση, αν διαπιστωθεί μικροσκοπική αιματουρία, έστω και σε ένα μόνο δείγμα ούρων.
Η αρχική διερεύνηση της ασυμπτωματικής μικροσκοπικής αιματουρίας περιλαμβάνει τον αποκλεισμό καλοηθών αιτίων όπως:
- η έντονη σωματική άσκηση
- η σεξουαλική δραστηριότητα
- τραυματισμοί
- φλεγμονές
Αν συνυπάρχει ένα από τα παραπάνω αίτια, πρέπει να επαναλαμβάνεται η εξέταση των ούρων 48 ώρες μετά την παύση του πιθανού αιτιολογικού παράγοντα. Αν εκτός από τη μικροσκοπική αιματουρία συνυπάρχει σημαντική πρωτεϊνουρία (πάνω από 500mg σε ούρα 24ώρου), ερυθροκυτταρικοί κύλινδροι, αυξημένη κρεατινίνη ορού ή δύσμορφα ερυθροκύτταρα, η διερεύνηση πρέπει να κατευθύνεται προς νεφρική παρεγχυματική νόσο.
Αν εκλείπουν οι παραπάνω παράγοντες κινδύνου νεφρικής παρεγχυματικής νόσου, πρέπει να εκτελείται πλήρης ουρολογικός έλεγχος, ο οποίος περιλαμβάνει:
- ιστορικό
- φυσική εξέταση
- ανάλυση των ούρων
- απεικονιστικές εξετάσεις
- κυτταρολογική εξέταση
- κυστεοσκόπηση
Η ενδοφλέβια πυελογραφία, το υπερηχογράφημα και η αξονική τομογραφία χρησιμοποιούνται για τον απεικονιστικό έλεγχο του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος. Η αιτιολογία της ασυμπτωματικής αιματουρίας παραμένει αδιευκρίνιστη στο 70% των περιπτώσεων μετά από τον απεικονιστικό έλεγχο του ανώτερου ουροποιητικού και την μικροσκοπική εξέταση των ούρων.
Η κυτταρολογική εξέταση των ούρων είναι μη επεμβατική μέθοδος και έχει υψηλή ευαισθησία στη διάγνωση του υψηλού βαθμού κακοήθειας ουροθηλιακού καρκίνου (high grade) και του καρκινώματος in situ.
Η κυτταρολογική εξέταση των ούρων συμπληρώνει και δεν αντικαθιστά την κυστεοσκόπηση και την βιοψία. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η αρνητική κυτταρολογική δεν αποκλείει την παρουσία καρκίνου.
Η κυστεοσκόπηση είναι μία διαγνωστική εξέταση που επιτρέπει στον ουρολόγο να εξετάσει το εσωτερικό της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης. Με την άμεση όραση της ουρήθρας και της κύστης μπορεί να διαγνωσθούν βλάβες που δεν φαίνονται σε καμία άλλη διαγνωστική εξέταση (υπέρηχοι, αξονική και μαγνητική τομογραφία).
Η κυστεοσκόπηση συνιστάται στους ασθενείς άνω των 35 ετών με ασυμπτωματική μικροσκοπική αιματουρία και σε όλους τους ασθενείς με γνωστούς παράγοντες κινδύνου για κακοήθειες του ουροποιητικού ανεξαρτήτως ηλικίας.