Η επεμβατική αντιμετώπιση της ουρητηρολιθίασης συνίσταται στη θραύση και την απομάκρυνση του λίθου και ενδείκνυται σε περιπτώσεις μεγάλων λίθων που δεν μπορούν να αποβληθούν, απόφραξης του αποχετευτικού συστήματος που θέτει σε κίνδυνο τη νεφρική λειτουργία, συνυπάρχουσας λοίμωξης του ουροποιητικού, αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής, ασθενών με ένα νεφρό ή ταυτόχρονης αμφοτερόπλευρης λιθιασικής απόφραξης.
Η ουρητηρολιθοτριψία είναι μια ενδοσκοπική επέμβαση για την αντιμετώπιση λίθων που βρίσκονται μέσα στον ουρητήρα.
Με την μέθοδο αυτή ένα μακρύ και λεπτό όργανο, το ουρητηροσκόπιο, προωθείται υπό άμεση όραση διαμέσου της ουρήθρας και της κύστης στον ουρητήρα μέχρι το σημείο που βρίσκεται ο λίθος. Μέσα από το όργανο αυτό εισάγονται οι λιθοτρίπτες που θρυμματίζουν το λίθο, αλλά και ειδικές λαβίδες που συλλαμβάνουν τα θραύσματα και τα αφαιρούν. Οι πιο σύγχρονοι λιθοτρίπτες είναι οι laser λιθοτρίπτες.
Συνήθως στο τέλος του χειρουργείου τοποθετείται ένας ουρητηρικός καθετήρας (pig-tail) και ένας καθετήρας στην κύστη.
Ενδείξεις για ενεργητική αντιμετώπιση της λιθίασης του ουρητήρα:
- Λίθοι με μικρή πιθανότητα αυτόματης αποβολής (>7 mm)
- Μη επαρκής ανακούφιση του πόνου παρά τη χορήγηση επαρκούς αναλγητικής αγωγής
- Εμμένουσα απόφραξη
- Λοίμωξη
- Νεφρική ανεπάρκεια (αμφοτερόπλευρη απόφραξη, μονήρης νεφρός)
Ποια είναι η μετεγχειρητική παρακολούθηση;
Ο ασθενής μπορεί να εξέλθει την ίδια ημέρα, αλλά η συνήθης πρακτική απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο για ένα βράδυ. Ο καθετήρας αφαιρείται συνήθως 24 ώρες μετά την επέμβαση. Ο ασθενής εξέρχεται με οδηγίες για :
- Λήψη αντιβιοτικής αγωγής
- Ενυδάτωση (κατανάλωση 1500-2000ml υγρών την ημέρα)
- Αποφυγή έντονης σωματικής κόπωσης για 7 ημέρες
- Αφαίρεση του ουρητηρικού καθετήρα (pig-tail) σε 10-15 ημέρες
Τις πρώτες μέρες μετά την επέμβαση υπάρχει πιθανότητα να υπάρχει :
- αίσθημα καύσους στην ουρήθρα
- αιματουρία
- συχνουρία, επιτακτική ούρηση
- άλγος στην οσφύ
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της μεθόδου;
- Ενδοσκοπική επέμβαση χωρίς τομή
- Ποσοστό επιτυχίας: 95% - 98%
- Ποσοστό επιπλοκών: 1%
- Προβλεπόμενος χρόνος νοσηλείας: 5-24 ώρες
- Γρήγορη επάνοδος στις καθημερινές δραστηριότητες
Ποιες είναι οι πιθανές επιπλοκές μετά την επέμβαση;
Η πλειοψηφία των ασθενών δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα μετά την επέμβαση (ποσοστό επιπλοκών: 1%).
Μετά την επέμβαση μπορεί να παρατηρηθούν:
Συχνά
- αίσθημα καύσου στην ουρήθρα
- αιματουρία
- επιτακτική ούρηση
Περιστασιακά
- λοίμωξη
- παραμονή του καθετήρα για περισσότερες ημέρες
- παραμονή του ουρητηρικού καθετήρα (pig-tail) για περισσότερες ημέρες
Σπάνια
- πυελονεφρίτιδα
- ουροσήψη (σημαντική λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος)
- κάκωση ουρητήρα
- στένωμα ουρητήρα
Η ουρητηροσκόπηση αποτελεί τη βασική διαγνωστική μέθοδο των παθήσεων του ουρητήρα. Οι συνηθέστερες ενδείξεις για διενέργεια ουρητηροσκόπησης είναι:
- Αντιμετώπιση λίθων ουρητήρα με μικρή πιθανότητα αυτόματης αποβολής
- Αντιμετώπιση λίθων ουρητήρα σε ασθενείς με μη επαρκή ανακούφιση του πόνου παρά τη χορήγηση επαρκούς αναλγητικής αγωγής
- Στα πλαίσια διερεύνησης αιματουρίας
- Ενδοσκοπική επέμβαση χωρίς τομή
- Προβλεπόμενος χρόνος νοσηλείας: 5-24 ώρες
- Γρήγορη επάνοδος στις καθημερινές δραστηριότητες
- Η πλειοψηφία των ασθενών δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα μετά από μια ουρητηροσκόπηση (ποσοστό επιπλοκών: 1%).
Ωστόσο μετά την επέμβαση μπορεί να παρατηρηθούν:
Συχνά: αίσθημα καύσου στην ουρήθρα, αιματουρία, επιτακτική ούρηση, άλγος στην οσφύ.
Περιστασιακά: λοίμωξη, παραμονή του ουρητηρικού καθετήρα για περισσότερες ημέρες.
Σπάνια: πυελονεφρίτιδα, ουροσήψη, κάκωση ή/και στένωμα ουρητήρα.
- Εξωσωματική λιθοτριψία (ESWL): αυτή η μέθοδος είναι κατάλληλη για λίθους του ανώτερου τµήµατος του ουρητήρα και του νεφρού έως 2cm. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για λίθους του κατώτερου ουρητήρα, αλλά συνήθως προτιμάται η ουρητηροσκόπηση.
- Διαδερμική Νεφρολιθοτριψία (PCNL): αυτή η μέθοδος είναι κατάλληλη για μεγάλους (> 2 cm) λίθους του νεφρού και του εγγύς ουρητήρα, λίθους ανθεκτικούς στην εξωσωματική λιθοτριψία (ESWL), λίθους της κάτω καλυκικής ομάδας. Το πλεονέκτημα της είναι, ότι ακόμη και πολύ μεγάλοι λίθοι αφαιρούνται με μία μόνο επέμβαση, ωστόσο σε σύγκριση την ουρητηροσκόπηση είναι σχετικά πιο επεμβατική μέθοδος.
- Ανοιχτή επέμβαση: η χειρουργική αφαίρεση των λίθων με ανοιχτή επέμβαση έχει, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, στη σημερινή εποχή περιοριστεί. Χρησιμοποιείται μόνο όταν όλες οι άλλες λιγότερο επεμβατικές μέθοδοι έχουν αποτύχει.
- Ποσοστό επιτυχίας: 95% – 98%
- Ποσοστό επιπλοκών: 1%
Τα ποσοστά επιτυχίας της επέμβασης στην πλειονότητα των περιπτώσεων ξεπερνούν το 90%. Παράγοντες που σχετίζονται με την επιτυχή έκβαση μιας ουρητηροσκόπησης είναι:
- Τα χαρακτηριστικά του λίθου (μέγεθος, θέση, κ.ά.)
- Τα συμπτώματα και το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς
- Προηγηθείσες επεμβάσεις
- Η εμπειρία του χειρουργού
Τα stents σε περίπτωση λιθίασης του ουρητήρα όχι μόνο μπορούν να προκαλέσουν ανακούφιση από τα συμπτώματα, αλλά μπορούν να διευκολύνουν και την παθητική αποβολή των λίθων. Η τοποθέτηση του θα προκαλέσει την ήπια, σταδιακή διαστολή του ουρητήρα και αν υπάρχει λίθος θα διευκολυνθεί η παθητική αποβολή του.
Η τοποθέτηση stent (pig-tail) μετά από μια ουρητηροσκόπηση αποτελεί μια συνήθη πρακτική. Ωστόσο, υφίσταται μεγάλη διχογνωμία για το αν πρέπει να γίνεται συστηματικά σε όλους τους ασθενείς μετά από μια εύκολη και χωρίς συμβάματα επέμβαση.
Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η τοποθέτηση stent είναι επιβεβλημένη όταν:
- προηγήθηκε διαστολή του ουρητηρικού στομίου
- υπήρξε τραυματισμός ή διάτρηση του ουρητήρα
- η λιθοτριψία αφορούσε έναν ενσφηνωμένο λίθο με μεγάλο συνοδό οίδημα του βλεννογόνου.
Οι λίθοι στον ουρητήρα μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές αλλαγές στα ουρητηρικά τοιχώματα, συμπεριλαμβανομένων φλεγμονής και οιδήματος, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν, μετεγχειρητικά, συμπτωματολογία ουρητηρικής απόφραξης και ουρητηρικά στενώματα.