Η κυστεοσκόπηση είναι μία διαγνωστική εξέταση που επιτρέπει στον ουρολόγο να εξετάσει το εσωτερικό της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης. Η άμεση όραση της ουρήθρας και της κύστης επιτρέπει στον ουρολόγο να διαγνώσει πιθανές βλάβες που δεν φαίνονται σε καμία άλλη διαγνωστική εξέταση (υπέρηχοι, αξονική και μαγνητική τομογραφία).
Το κυστεοσκόπιο αποτελείται από μία πολύ μικρή κάμερα, μια πηγή φωτός και διαθέτει 2 κανάλια, το ένα για την είσοδο υγρού (φυσιολογικού ορού) που γεμίζει σιγά-σιγά τη κύστη, και το άλλο για την είσοδο πολύ λεπτών εργαλείων, συνήθως λαβίδων για βιοψία ή ειδικών καθετήρων.
Η κυστεοσκόπηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη χρήση άκαμπτου ή εύκαμπτου κυστεοσκοπίου. Υπάρχουν διαθέσιμα διαφόρων μεγεθών άκαμπτα (παιδιατρικά 8-12 Fr, ενηλίκων 16-25 Fr) και εύκαμπτα κυστεοσκόπια (12/14 Fr, 14/16 Fr).
Τα πλεονεκτήματα του άκαμπτου κυστεοσκοπίου είναι ότι προσφέρει καλύτερη εικόνα, μεγαλύτερο κανάλι εργασίας και καλύτερη ροή νερού.
Ο χειρισμός του, καθώς και ο προσανατολισμός εντός της κύστης φαίνεται να είναι πιο εύκολος, ενώ ταυτόχρονα το οικονομικό κόστος είναι σαφέστατα μικρότερο.
Για την εκτέλεση της κυστεοσκόπησης με άκαμπτο κυστεοσκόπιο χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες οπτικές:
• 0°: ελέγχουμε ουρήθρα
• 30°: ελέγχουμε ουρήθρα, τρίγωνο, οπίσθιο τοίχωμα, πλάγια τοιχώματα
• 70°: ελέγχουμε πλάγια τοιχώματα, θόλο, πρόσθιο τοίχωμα, αυχένα
Το εύκαμπτο κυστεοσκόπιο είναι καλύτερα ανεκτό από τους ασθενείς, η κυστεοσκόπηση μπορεί να γίνει ακόμα και σε ύπτια θέση και δίνεται η δυνατότητα ευχερέστερης διόδου, ακόμα και σε ασθενείς με υπερτροφικό αυχένα κύστης.
Επίσης, παρέχεται η δυνατότητα ελέγχου σε κάθε γωνία-σημείο της ουροδόχου κύστης.
Η κυστεοσκόπηση γίνεται συνήθως με τοπική αναισθησία στην ουρήθρα και ο ασθενής μπορεί άμεσα να επιστρέψει στις δραστηριότητές του. Εάν για ειδικούς λόγους (ιδιαίτερα ευαίσθητα ή αγχώδη άτομα) η κυστεοσκόπηση γίνει με αναισθησία, τότε πραγματοποιείται σε νοσοκομειακό περιβάλλον.
Η άμεση όραση της ουρήθρας και της κύστης επιτρέπει στον ουρολόγο να διαγνώσει πιθανές βλάβες που δεν φαίνονται σε καμία άλλη διαγνωστική εξέταση (υπέρηχοι, αξονική και μαγνητική τομογραφία).
Οι ενδείξεις για διενέργεια κυστεοσκόπησης είναι:
• για να βρεθεί η αιτία συμπτωμάτων, όπως αίμα στα ούρα(αιματουρία), επώδυνη ούρηση(δυσουρία), ακράτεια ούρων κ.ά.
• για να βρεθεί η αιτία προβλημάτων του ουροποιητικού συστήματος, όπως οι συχνές και επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις
• για να εντοπιστούν προβλήματα στο ουροποιητικό, όπως η απόφραξη της ουρήθρας που προκαλείται από τον προστάτη, λίθους, ή όγκους
• για να αξιολογηθούν προβλήματα που δεν μπορούν να καταδείξουν οι ακτινοσκοπικές εξετάσεις ή για την περαιτέρω διερεύνηση προβλημάτων που διαπιστώθηκαν σε υπερηχογράφημα, πυελογραφία ή αξονική τομογραφία
• για να γίνει ψυχρή βιοψία κύστης
• για να απομακρυνθούν μικρά ξένα σώματα ή λίθοι από την κύστη
• για να γίνει τοποθέτηση ουρητηρικών καθετήρων
• για να αντιμετωπιστούν προβλήματα του ουροποιητικού συστήματος, π.χ. αιμορραγίας κύστης
Ενδείξεις κυστεοσκόπησης σύμφωνα με τη Διεθνή Συμβουλευτική για την ακράτεια
Άνδρες. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας, η κυστεοσκόπηση δεν περιλαμβάνεται στη διερεύνηση ανδρών με συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό. Σύμφωνα όμως με τη Διεθνή Συμβουλευτική για την Ακράτεια (International Consultation on Incontinence – ICI 2013), μπορεί να χρησιμοποιηθεί:
• Για τον αποκλεισμό άλλης παθολογίας.
• Πριν από τη χειρουργική αντιμετώπιση προκειμένου να καθορίσει το σχήμα και το μέγεθος του προστάτη.
• Για την αξιολόγηση της κυστεοουρηθρικής αναστόμωσης πριν από χειρουργείο ακράτειας (τεχνητός σφιγκτήρας).
• Για την αξιολόγηση ουρηθρικών στενωμάτων.
• Για την αξιολόγηση του σφιγκτηριακού μηχανισμού σε άνδρες με ακράτεια ούρων (μετά από ριζική, διουρηθρική ή διακυστική προστατεκτομή) που πρόκειται να υποβληθούν σε τοποθέτηση ανδρικής υποουρηθρικής ταινίας.
Γυναίκες. Η ουρηθροκυστεοσκόπηση δεν ενδείκνυται σε γυναίκες με πρωτοπαθή ακράτεια ούρων, εφόσον δεν υπάρχει υποψία για άλλη παθολογία. Σύμφωνα με τη Διεθνή Συμβουλευτική για την Ακράτεια (International Consultation on Incontinence – ICI 2013), η κυστεοσκόπηση μπορεί να πραγματοποιηθεί:
• Σε επιτακτικού τύπου ακράτεια ούρων, προκειμένου να αποκλείσουμε άλλες παθολογικές καταστάσεις, και ιδιαίτερα σε περίπτωση μακροσκοπικής αιματουρίας (TCC κύστης, διάμεση κυστίτιδα, κτλ).
• Στη διερεύνηση κυστεοκολπικού συριγγίου και εξω-ουρηθρικής ακράτειας ούρων.
• Διεγχειρητικά σε χειρουργεία για την αντιμετώπιση ακράτειας ούρων, προκειμένου να διαγνωσθεί πιθανή κάκωση της κύστης ή των ουρητήρων.
• Για την εκτίμηση του σφιγκτηριακού μηχανισμού σε γυναίκες (αυχένας κύστης, έξω σφιγκτήρας), καθώς και της ουροδόχου κύστης (δοκίδωση, μικροεκκολπώματα).
Νευρολογικοί ασθενείς. Σε ασθενείς με νευρολογικά προβλήματα, η κυστεοσκόπηση δεν συστήνεται για την αρχική αξιολόγηση επιπλοκών από το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα
Προετοιμασία για κυστεοσκόπηση
1. Απουσία ενεργούς λοίμωξης.
Προτού ξεκινήσουμε την κυστεοσκόπηση είναι πολύ σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι ο/η ασθενής δεν έχει ενεργή λοίμωξη του ουροποιητικού. Έτσι, η γενική εξέταση ή η καλλιέργεια ούρων ή ακόμα ένα stick ούρων θα μας δώσουν σημαντικές πληροφορίες.
Επί συμπτωματικής ουρολοίμωξης συστήνεται η αναβολή της εξέτασης.
Η ασυμπτωματική μικροβιουρία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ενεργό λοίμωξη και η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής, σύμφωνα με το αντιβιόγραμμα, θεωρείται απαραίτητη. Η αντιβίωση χορηγείται από του στόματος μία ώρα πριν την κυστεοσκόπηση ή ενδοφλεβίως με την έναρξη της κυστεοσκόπησης.
2. Ενημέρωση ασθενούς.
Ο ασθενής πρέπει πριν την εξέταση να ενημερωθεί για τον σκοπό της εξέτασης, για το πώς γίνεται η εξέταση και τι κάνουμε σε κάθε στάδιο της. Είναι χρήσιμο επίσης να ενημερωθε για το τι θα αισθανθεί (πόνος, δυσφορία) και πότε θα το αισθανθεί, καθώς και για το τι πρέπει να κάνει εκείνη τη στιγμή. Ακόμα, οφείλει να γνωρίζει τι πρέπει να κάνει μετά την εξέταση, ποιες είναι οι πιθανές επιπλοκές (αιματουρία, πόνος, ουρολοίμωξη, δυσουρικά ενοχλήματα). Τέλος, καλό είναι, πέρα από την προφορική συγκατάθεση του ασθενή, να λάβουμε και την έγγραφη συγκατάθεσή του.
3. Αντισηψία δέρματος.
Η αντισηψία των έξω γεννητικών οργάνων και της γύρω περιοχής πρέπει να γίνει ως επί χειρουργικής επέμβασης. Επίσης, απαραίτητη θεωρείται η τοποθέτηση αποστειρωμένου χειρουργικού πεδίου.
4. Λίπανση ουρήθρας.
Για την λίπανση της ουρήθρας πριν την πραγματοποίηση της κυστεοσκόπησης χρησιμοποιείται λιπαντική γέλη είτε μόνη της, είτε σε συνδυασμό με αναισθητικό και απολυμαντικό. Μια πρόσφατη ανασκόπηση της βιβλιογραφίας έδειξε ότι οι παράγοντες που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα (μειώνουν την αίσθηση του πόνου και αυξάνουν την αντοχή των ασθενών) είναι:
• Θερμοκρασία της γέλης >4°C
• Αργή και σταθερή έγχυση σε χρονικό διάστημα >10 sec
• Όγκος της εγχυόμενης αναισθητικής γέλης >20ml
• Συνολικός χρόνος έκθεσης 10-20 min πριν την κυστεοσκόπηση.
• Η πλειοψηφία των ασθενών δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα μετά την εξέταση.
Μετά την κυστεοσκόπηση μπορεί να παρατηρηθούν:
Συχνά
• αίσθημα καύσου στην ουρήθρα
• αιματουρία
Περιστασιακά
• λοίμωξη
Σπάνια
• αιματοκύστη (σημαντική αιμορραγία με πήγματα)
• ουροσήψη (σημαντική λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος)
Ο θεράπων ιατρός θα σας δώσει ένα πόρισμα με τα αποτελέσματα της κυστεοσκόπησης.
Αν στην εξέταση βρεθεί κάποιο παθολογικό εύρημα, θα σας ενημερώσει για τις κατάλληλες θεραπευτικές επιλογές.
Οδηγίες μετά την κυστεοσκόπηση:
Συνοπτικά οι οδηγίες που πρέπει να ακολουθήσουν οι ασθενείς μετά την κυστεοσκόπηση είναι οι ακόλουθες:
• Λήψη υγρών 1lit/3-4 ώρες
• Λήψη αναλγητικού (παρακεταμόλης) σε έντονο άλγος
• Λήψη αντιβίωσης για <24 ώρες
• Αναφορά οποιουδήποτε προβλήματος αντιμετωπίσει ο ασθενής (αιματουρία μετά 24ωρο, έντονο άλγος, έντονα δυσουρικά ενοχλήματα, αδυναμία ούρησης, ρίγος, εμπύρετο)
• Συνέχιση φαρμακευτικής αγωγής με α-αποκλειστή ή έναρξη επί έντονης δυσουρίας
• Λήψη αντιμουσκαρινικών σε έντονα συμπτώματα αποθήκευσης