Ουρητηρικός τραυματισμός: μια δύσκολη κατάσταση τόσο στη διάγνωση όσο και στη διαχείριση
Η ιατρογενής ουρητηρική κάκωση (iatrogenic ureteric injury, IUI) είναι η κύρια αιτία τραύματος του ουρητήρα. Αν και ο τραυματισμός του ουρητήρα είναι σχετικά ασυνήθιστος αποτελεί ένα σοβαρό συμβάν που μπορεί να οδηγήσει σε:
- ουροσήψη
- νεφρική ανεπάρκεια και
- απώλεια του σύστοιχου νεφρού
Η κάκωση του ουρητήρα είναι μια πιθανή επιπλοκή οποιασδήποτε χειρουργικής επέμβασης στην κοιλιακή ή πυελική χώρα, με σημαντική σχετιζόμενη νοσηρότητα και θνησιμότητα. Αν και ασυνήθιστο, η πλειοψηφία των κακώσεων (περίπου τα 2/3) δεν θα εντοπιστούν διεγχειρητικά, αλλά σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα μετά τη χειρουργική επέμβαση (διάμεσοι χρόνοι από 6 έως 65 ημέρες). Οι ουρητηρικοί τραυματισμοί κατά τη διάρκεια ουρολογικής επέμβασης είναι πιο πιθανό να ανιχνευθούν διεγχειρητικά από εκείνους που συμβαίνουν σε μία μη ουρολογική χειρουργική επέμβαση.
Η κατάλληλη και στοχευμένη απεικόνιση είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη έγκαιρης διάγνωσης και διαχείρισης, η οποία στη συνέχεια θα βελτιώσει τα κλινικά αποτελέσματα.
Η διάγνωση της κάκωσης του ουρητήρα γίνεται είτε άμεσα όταν πρόκειται για διεγχειρητικές κακώσεις, είτε διαλάθει και ανακαλύπτεται σε δεύτερο χρόνο λόγω αυξημένης αποβολής υγρών από την παροχέτευση της επέμβασης, σύστοιχης υδρονέφρωσης, δημιουργίας οπισθοπεριτοναϊκού ουρινώματος ή ουροπεριτοναίου που μπορεί αργότερα να επιπλακούν με λοίμωξη.
Η διαχείριση των στενωμάτων του ουρητήρα εξαρτάται από την αιτιολογία, το μήκος και τη θέση τους. Η αρχική συχνά περιλαμβάνει ενδοσκοπική θεραπεία μέσω διαστολής ή τοποθέτησης stent.
Όταν τα στενώματα του ουρητήρα είναι ανθεκτικά στην ενδοσκοπική αντιμετώπιση ή η πιθανότητα ενδοσκοπικής αποτυχίας είναι υψηλή, θα πρέπει να προσφέρεται επανορθωτική χειρουργική. Η πρόοδος στη ρομποτική, ειδικά με τη βελτιωμένη απεικόνιση, την ακριβή συρραφή και τις μικρές τομές, έχουν μειώσει τη νοσηρότητα που σχετίζεται με την επανορθωτική χειρουργική του ουρητήρα.