Παρά το γεγονός ότι η κιρσοκήλη ήταν γνωστή από τα ρωμαϊκά χρόνια ως “…φλέβες που έχουν διαταθεί και περιπλακεί γύρω από τον όρχι, ο οποίος και γίνεται μικρότερος από τον αντίστοιχό του…”, μόνο με την έλευση του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1952 προτάθηκε ως πιθανή η σχέση της κιρσοκήλης με διαταραχές στη γονιμότητα του άνδρα.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 15% των ζευγαριών αναπαραγωγικής ηλικίας παγκοσμίως αντιμετωπίζει προβλήματα γονιμότητας εκ των οποίων οι μισές περιπτώσεις αποδίδονται στον ανδρικό παράγοντα. Παρότι η παθογένεση της ανδρικής υπογονιμότητας περιλαμβάνει μια πλειάδα αιτιών και θεωρείται εν γένει πολυπαραγοντική, η κιρσοκήλη αναγνωρίζεται ιστορικά και επιστημονικά ως μια από τις συχνότερες και θεραπεύσιμες αιτίες.
Η κιρσοκήλη είναι ο πιο συχνός παράγοντας ανδρικής υπογονιμότητας και η χειρουργική αποκατάστασή της η πιο συχνά πραγματοποιούμενη επέμβαση για ανδρική υπογονιμότητα.
Στο De Medicina, που γράφτηκε κατά τη διάρκεια του πρώτου αιώνα μ.Χ., ο Celsus αποδίδει στους Έλληνες την πρώτη περιγραφή της κιρσοκήλης και κατέγραψε τη δική του οξεία παρατήρηση: «Οι φλέβες είναι πρησμένες και στριμμένες πάνω από τον όρχι, ο οποίος γίνεται μικρότερος».
Υπάρχει μια μακρά ιστορία προσπαθειών θεραπείας και αποτυχιών, μερικές από τις οποίες είναι εξαιρετικά περίεργες, που κορυφώθηκαν σε τραγωδία, όπως στην περίπτωση του Γάλλου καθηγητή Jacques-Mathieu Delpech (1772- 1832).
Η έκθεση του W.S. Tulloch το 1952 έφερε την κιρσοκήλη στην εποχή της σύγχρονης τεκμηριωμένης ιατρικής και η χειρουργική της κιρσοκήλης τελικά προχώρησε πέρα από το στόχο της απλής ανακούφισης του πόνου και του πρηξίματος του οσχέου.
Μελέτες σε ανθρώπους και ζώα έχουν δείξει ότι προκαλεί μία προϊούσα έκπτωση στη λειτουργία των όρχεων, τόσο στην εξωκρινή (σπερματογένεση), όσο και στην ενδοκρινή (στεροειδογένεση).
Η αποδεδειγμένη στο παρελθόν γονιμότητα του ασθενούς δεν προοιωνίζει οπωσδήποτε και αντοχή στη βλαπτική επίδραση της κιρσοκήλης. Αντίθετα εάν δεν αντιμετωπιστεί είναι πιθανή η προοδευτική πτώση στην ποιότητα του σπέρματος.
Μεγάλες κιρσοκήλες συνδυάζονται με μεγαλύτερη δυσλειτουργία στον όρχι και η αντιμετώπισή τους επιφέρει μεγαλύτερη βελτίωση στις παραμέτρους του σπέρματος. Ωστόσο το ζητούμενο είναι η επίτευξη εγκυμοσύνης στο υπογόνιμο ζευγάρι, και όχι η μορφολογική και βιοχημική βελτίωση του σπέρματος μόνο.
Από το 1970 έως το 2000, οι κιρσοκηλεκτομές κέρδισαν παγκόσμια προσοχή για τη θεραπεία της ανδρικής υπογονιμότητας. Αρκετές καινοτόμες διαδικασίες για τη διόρθωση των κιρσοκήλων άρχισαν να εμφανίζονται στην παγκόσμια βιβλιογραφία ως επεμβατική ακτινολογία, μικροχειρουργική, λαπαροσκόπηση και ρομποτική.
Η μικροχειρουργική χρησιμοποιείται σήμερα παγκοσμίως και θεωρείται ο χρυσός κανόνας για τη διόρθωση της υπογονιμότητας που συνδέεται με την κιρσοκήλη.