Το δυναμικό triplex των αγγείων του πέους (triplex πεϊκών αρτηριών) είναι σήμερα η πιο διαδεδομένη διαγνωστική μέθοδος για την εκτίμηση της αιμοδυναμικής κατάστασης του πέους. Αποτελεί τη βασική εξέταση για τη μελέτη και τη διάγνωση της στυτικής δυσλειτουργίας. Προϋποθέτει την ύπαρξη κατάλληλου εξοπλισμού, αλλά κυρίως εμπειρία από την πλευρά του ιατρού που θα την πραγματοποιήσει. Για να γίνει η εξέταση θα χρειαστεί να προκληθεί στύση με ειδικά φάρμακα που χορηγούνται με μια μικρή ένεση απευθείας στο σηραγγώδες σώμα του πέους.
Το triplex πεϊκών αρτηριών μας δίνει βασικές πληροφορίες για την ανατομία του πέους, αλλά κυρίως για την λειτουργική κατάσταση του οργάνου. Με την εξέταση αυτή μπορεί να διαγνωσθούν ανατομικές βλάβες όπως τραύματα, ουλές, επασβεστώσεις στο πέος. Επίσης μελετάται η μορφολογία των αρτηριών του πέους για την ύπαρξη αθηρωμάτωσης, στενωμάτων ή άλλων βλαβών. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης γίνεται εκτίμηση τόσο της αρτηριακής παροχής στο πέος, όσο και της λειτουργίας του μηχανισμού φλεβικής απόφραξης.
Όπως το triplex της καρδιάς παρέχει μοναδικές πληροφορίες για την διάγνωση των αιμοδυναμικών παθήσεων της καρδιάς, έτσι και το δυναμικό έγχρωμο triplex των αγγείων του πέους συμβάλει στην ακριβή διάγνωση της στυτικής δυσλειτουργίας που οφείλεται σε αγγειακούς παράγοντες.
Ενδείξεις
- Πρωτοπαθής ΣΔ (μη προκαλούμενη από οργανική νόσο ή ψυχογενή διαταραχή)
- Νέοι ασθενείς με ιστορικό κάκωσης του περινέου ή της πυέλου που θα μπορούσαν να ωφεληθούν από μια δυνητικά θεραπευτική αγγειακή χειρουργική επέμβαση.
- Ασθενείς με δυσμορφίες του πέους που μπορεί να χρειαστούν χειρουργική αντιμετώπιση, π.χ., νόσος του Peyronie, συγγενή κάμψη του πέους.
- Ασθενείς με σύνθετες ψυχιατρικές ή ψυχοσεξουαλικές διαταραχές.
- Ασθενείς με σύνθετες ενδοκρινολογικές διαταραχές.
- Μετά από επιθυμία του ασθενούς.
- Για ιατροδικαστικούς λόγους , π.χ., σεξουαλική κακοποίηση
Πως γίνεται το triplex πεϊκών αρτηριών;
Ο ασθενής ξαπλώνει ύπτια στο εξεταστικό κρεβάτι και ο γιατρός απολυμαίνει με ήπιο αντισηπτικό την περιοχή του πέους που θα γίνει η ένεση. Με μία πολύ λεπτή βελόνα μίας σύριγγας του 1ml χορηγούνται φαρμακευτικές ουσίες για τη δημιουργία στύσης. Η ένεση προκαλεί ήπια και στιγμιαία ενόχληση στον ασθενή, που διαρκεί πρακτικά λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Οι ουσίες που χρησιμοποιούνται για την πρόκληση στύσης είναι τρεις: αλπροσταδίλη, φεντολαµίνη και παπαβερίνη.
Φυσιολογικά σε 10 λεπτά προκαλείται πλήρης στύση. Η κατάσταση των αγγείων του πέους και το άγχος του ασθενή κατά την εξέταση επηρεάζουν τον χρόνος επίτευξης της στύσης. Η εξέταση διαρκεί συνήθως 30 με 60 λεπτά, ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενή στα αγγειοδραστικά φάρμακα. Μετά το τέλος της εξέτασης, ο ασθενής φεύγει από το ιατρείο με τη ρητή εντολή να επικοινωνήσει άμεσα με τον ουρολόγο του, εάν σε 3 με 4 περίπου ώρες μετά την ένεση το πέος δεν επανέλθει σε φάση ηρεμίας.
Με το triplex πεϊκών αρτηριών, ο γιατρός μπορεί να διαγνώσει την πιθανή ύπαρξη ανατομικών προβλημάτων του πέους, να εκτιμήσει την αρτηριακή επάρκεια και την επάρκεια του μηχανισμού φλεβικής σύγκλεισης. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα των 5 λεπτών περίπου και μέχρι τη συμπλήρωση μισής ώρας, γίνεται μέτρηση της ροής του αίματος στα αγγεία του πέους και εκτιμώνται οι ακόλουθοι παράγοντες:
- μέγιστη συστολική ταχύτητα ροής (PSV)
- τελoδιαστολική ταχύτητα ροής (EDV)
- δείκτης αντίστασης (RI)
- μεταβολή των σηραγγωδών αρτηριών
Αρτηριακή επάρκεια
Η παράμετρος που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της αρτηριακής επάρκειας είναι η μέγιστη συστολική ταχύτητα ροής του αίματος στις αρτηρίες του πέους (peak systolic velocity, PSV). Μέγιστη ταχύτητα ροής μεγαλύτερη από 30 cm/sec είναι φυσιολογική. Ροές μεταξύ 25-30 cm/sec χαρακτηρίζουν ήπια αρτηριακή ανεπάρκεια, ενώ τιμές κάτω από 25 cm/sec μέτρια ή σοβαρή αρτηριακή ανεπάρκεια ανάλογα με την τιμή. Σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται και απουσία ροής, από πλήρη αρτηριακή απόφραξη.
Επάρκεια μηχανισμού φλεβικής σύγκλεισης
Η φλεβική σύγκλειση εκτιμάται στο τέλος της εξέτασης, με την εκτίμηση της τελικής διαστολικής ταχύτητας ροής (end diastolic velocity, EDV) των σηραγγωδών αρτηριών. Φυσιολογικά θα πρέπει να είναι μικρότερη των 3 cm/sec. Για την καλύτερη εκτίμηση της φλεβικής σύγκλεισης γίνεται μέτρηση του δείκτη αντίστασης (resistance index, RI) από το μηχάνημα των υπερήχων με βάση μαθηματικό τύπο (PSV-EDV/PSV). Αποτελέσματα μεγαλύτερα του 0,8 θεωρούνται φυσιολογικά.
Πιθανές επιπλοκές της εξέτασης
- Ζάλη, υποτασικό επεισόδιο. Συμβαίνει σπάνια σε ασθενείς κυρίως με υπόταση και μετά από χορήγηση μεγάλων δόσεων αγγειοδραστικών φαρμάκων.
- Δημιουργία αιματώματος στο πέος.
- Πριαπισµός. Είναι η παρατεταμένη και επώδυνη στύση μετά από ενδοπεϊκή χορήγηση αγγειοδραστικών φαρμάκων.
Εάν η στύση διαρκέσει πάνω από 4 ώρες πρέπει επειγόντως να επικοινωνήσετε με τον ουρολόγο ή να επισκεφθείτε το εφημερεύον νοσοκομείο.
Αγγειακά προβλήματα στύσης
Η στύση είναι ένα κατά βάση ένα αγγειακό φαινόμενο. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της αιματικής ροής στα σηραγγώδη σώματα του πέους μετά από σεξουαλική διέγερση. Τα αγγειακά προβλήματα αποτελούν την συχνότερη οργανική αιτία στυτικής δυσλειτουργίας (70%).
Τα αγγειακά προβλήματα της στύσης διακρίνονται σε:
- αρτηριακή ανεπάρκεια των σηραγγωδών και των ελικοειδών αρτηριών του πέους. H μειωμένη ροή αίματος στα σηραγγώδη σώματα λόγω βλάβης, στένωσης των αρτηριών, οδηγεί σε καθυστέρηση στην έναρξη της στύσης και σε μειωμένη σκληρότητα του πέους.
- φλεβική διαφυγή λόγω δυσλειτουργίας του μηχανισμού απόφραξης του φλεβικού δικτύου του πέους. Η σκληρότητα της στύσης εξασθενεί γιατί οι βαλβίδες στις φλέβες δεν κλείνουν επαρκώς για να εγκλωβιστεί το αίμα μέσα στα σηραγγώδη σώματα του πέους.
- μικτού τύπου (αρτηριακή ανεπάρκεια και φλεβική διαφυγή)
Παρατηρείται συνήθως σε ασθενείς με πολλαπλούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου (σακχαρώδης διαβήτης, αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιµία, κάπνισμα, κ.τ.λ.)