Η υπερδραστήρια κύστη (OverActive Bladder, Ο.Α.Β.) παρουσιάζεται σε άνδρες και γυναίκες και η συχνότητα εμφάνισης της αυξάνεται με την ηλικία. Συχνά συνυπάρχει με άλλες δυσλειτουργίες του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος.
Πρόκειται για μία κατάσταση κατά την οποία συμβαίνουν αιφνίδιες, ακούσιες συσπάσεις της ουροδόχου κύστης. Οι συσπάσεις αυτές προκαλούν μία ξαφνική, επιτακτική και ακατανίκητη επιθυμία για ούρηση, ακόμα και αν η κύστη περιέχει μία μικρή ποσότητα ούρων. Περίπου 1 στους 8 ενήλικες θα εμφανίσει συμπτώματα σε κάποια στιγμή της ζωής του. 1 στους 3 ασθενείς με υπερδραστήρια κύστη θα αναφέρει και επεισόδια ακράτειας ούρων επιτακτικού τύπου. Συγκριτικά με άλλες χρόνιες παθήσεις, η συχνότητα εμφάνισης της υπερδραστήριας κύστης είναι υψηλότερη από εκείνη του σακχαρώδη διαβήτη, του άσθματος και του εκζέματος.
Η μείωση των ροφημάτων που περιέχουν καφεΐνη και του αλκοόλ, η ενδυνάμωση των μυών του πυελικού εδάφους με ειδικές ασκήσεις και ο προγραμματισμός των επισκέψεων στην τουαλέτα, αποδεικνύονται αποτελεσματικά μέτρα. Για μια μεγάλη μερίδα όμως ασθενών η φαρμακευτική ή χειρουργική θεραπεία είναι μονόδρομος.
Η θεραπεία πρώτης γραμμής σε ασθενείς με υπερδραστήρια κύστη είναι τα αντιμουσκαρινικά φάρμακα. Αν οι συντηρητικές θεραπείες δε φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, τότε ο ουρολόγος θα πρέπει να αναζητήσει εναλλακτικές θεραπείες για την αντιμετώπισης της πάθησης.
Η νεότερη εγκεκριμένη θεραπεία δεύτερης γραμμής τόσο στη νευρογενή όσο και στην ιδιοπαθή υπερλειτουργία της κύστης είναι η ενδοκυστική έγχυση αλλαντικής τοξίνης τύπου Α (BOTOX®).
Η θεραπεία με Botox περιλαμβάνει την έγχυση μιας νευροτοξίνης σε διάφορα σημεία του τοιχώματος της κύστης, με μία ειδική βελόνα, που εισάγεται μέσω της ουρήθρας. Με τον τρόπο αυτόν, μειώνονται οι ανεξέλεγκτες συσπάσεις του εξωστήρα μυ της κύστης. H όλη διαδικασία γίνεται συνήθως χωρίς την ανάγκη ιδιαίτερης αναλγησίας ή αναισθησίας, σε επίπεδο εξωτερικού ιατρείου. Η βελτίωση των συμπτωμάτων που παρατηρείται είναι άμεση και εντυπωσιακή. Στους περισσότερους ασθενείς παρατηρείται ελάττωση της ακράτειας και της επιτακτικότητας και βελτίωση των ουροδυναμικών παραμέτρων.
Υπολογίζεται ότι 8 στους 10 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε αυτή τη θεραπεία είχαν πολύ καλά αποτελέσματα.
Η αλλαντική τοξίνη τύπου Α προκαλεί μια μακράς διαρκείας, αναστρέψιμη, χημική απονεύρωση στην ουροδόχο κύστη. Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας διαρκεί περίπου 6 με 9 μήνες, και μετά μπορεί να επαναληφθεί.
Η αλλαντική νευροτοξίνη (βοτουλινική τοξίνη, Botox, BTX) είναι μια πρωτεΐνη που παράγεται από το βακτήριο clostridium botulinum. Η αλλαντική τοξίνη θεωρούνταν μια επικίνδυνη δηλητηριώδης ουσία, καθώς μέσω τροφίμων, μπορεί να προκαλέσει αλλαντίαση, μια βαριά κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στον θάνατο (από αναπνευστική παράλυση στα πλαίσια τροφικής δηλητηρίασης).
Εδώ και αρκετά χρόνια όμως η ουσία αυτή, και συγκεκριμένα ο τύπος Α, έχει επιστημονικά μετατραπεί και χρησιμοποιείται ως ένα ασφαλές και ιδιαίτερα αποτελεσματικό φάρμακο. Mπορεί να αντιμετωπίσει πολλά και διαφορετικά νοσήματα, όταν χρησιμοποιείται στις σωστές δόσεις και από εξειδικευμένους γιατρούς. Από το 2011 που το botox έλαβε έγκριση από τον Αμερικανικό FDA, αποτελεί μια εγκεκριμένη θεραπεία δεύτερης γραμμής τόσο στη νευρογενή, όσο και στην ιδιοπαθή υπερλειτουργία της ουροδόχου κύστης.
Το Botox® κυκλοφορεί σε φιαλίδια των 100 και 200 μονάδων.