Τα µυκοπλάσµατα (mycoplasmas) είναι τα μικρότερα και απλούστερα αυτοαναπαραγώµενα βακτήρια. Χαρακτηρίζονται από έλλειψη άκαµπτου κυτταρικού τοιχώματος, σε αντίθεση µε όλα τα υπόλοιπα προκαρυωτικά. Το όνομα μυκόπλασμα προέρχεται από την ελληνική λέξη «μύκητας» και «πλάσμα». Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Frank το 1889 επειδή νόμιζε ότι επρόκειτο για μύκητες, λόγω των κοινών χαρακτηριστικών τους με αυτούς. Το Μ. genitalium απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1980 από τον Tully σε δυο ασθενείς με μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα.
Οκτώ είδη µυκοπλασµάτων έχουν απομονωθεί από το ουρογεννητικό σύστημα. Εξ αυτών, μόνον τα M. Hominis και M. genitalium σχετίζονται αποδεδειγμένα µε λοίμωξη του ουρογεννητικού συστήματος. Οι μικροοργανισμοί αυτοί μολύνουν την ουρογεννητική περιοχή μεγάλου ποσοστού των σεξουαλικά ενεργών ανδρών και γυναικών. Το μυκόπλασμα μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα και ενοχοποιείται για αποβολές. Δεν υπάρχουν απαραίτητα κλινικά συμπτώματα που μαρτυρούν ότι μία γυναίκα ή ένας άνδρας έχουν προσβληθεί από μυκόπλασμα. Με τη χρήση προφυλακτικού απομακρύνεται ο κίνδυνος μετάδοσής του, καθότι πρόκειται για αμιγώς σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.
Mycoplasma hominis
Το M. hominis μπορεί να αποικίσει το κόλπο των γυναικών και να προκαλέσει πυρετό μετά τον τοκετό ή μετά από έκτρωση, καθώς και φλεγμονώδη νόσο στην πυελική χώρα. Έχει απομονωθεί από το αμνιακό υγρό σε ποσοστό περίπου 30% των γυναικών με ενδοαμνιακές λοιμώξεις και έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με τις πρόωρες γεννήσεις νεογνών μικρότερων των 33 εβδομάδων. Το M. hominis ενοχοποιείται για τη μη ειδική ή βακτηριακή κολπίτιδα.
Mycoplasma genitalium
Το M. genitalium έχει το μικρότερο γονιδίωμα από όλα τα βακτήρια. Έχει απομονωθεί από άνδρες με ουρηθρίτιδα και γυναίκες με τραχηλίτιδα. Το M. genitalium αποτελεί έναν παθογόνο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο μικροοργανισμό, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ουρηθρίτιδα στους άνδρες και στις γυναίκες βλεννοπυώδη τραχηλίτιδα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει συχνά ασυμπτωματική ενδομητρίτιδα και πιθανόν λοίμωξη των σαλπίγγων με αποτέλεσμα έκτοπο κύηση ή στείρωση λόγω σαλπιγγίτιδας. Τέλος ευθύνεται και για την πυελική φλεγμονώδη νόσο στις γυναίκες.
Θεραπεία
Εφόσον διαγνωστεί μυκόπλασμα συστήνεται θεραπεία με αντιβίωση, την οποία θα πρέπει να λάβουν και οι δύο σύντροφοι, καθώς οι μικροοργανισμοί αυτοί μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή. Η εμφάνιση ανθεκτικών στελεχών ιδιαίτερα σε μακρολίδες, καθιστά την εφαρμογή αντιβιογράμματος απαραίτητη για την αποφυγή θεραπευτικών αποτυχιών.
Προτεινόμενο σχήμα
Αζιθρομυκίνη 500 mg από του στόματος, την πρώτη ημέρα
Αζιθρομυκίνη 250 mg από του στόματος, για 4 ημέρες
(εναλλακτικά σχήματα χορήγησης μοξιφλοξασίνης για 7-14 ημέρες)
Εκτός από την αντιβίωση, ένα βασικό μέρος της θεραπείας είναι η αναστολή της σεξουαλικής δραστηριότητας. Οι ασθενείς δεν πρέπει να έχουν σεξουαλικές επαφές έως ότου επιβεβαιωθεί ότι η λοίμωξη έχει θεραπευθεί. Επίσης, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο σεξουαλικός σύντροφος ή οι σύντροφοι του πάσχοντος θα λάβουν θεραπεία.
Στον άνδρα η λοίμωξη από μυκόπλασμα προκαλεί διαταραχές της ποιότητας του σπέρματος, κυρίως μείωση της κινητικότητας και αύξηση των ανώμαλων μορφών των σπερματοζωαρίων.
Κ.Παλαιολόγου 7 - Τρίπολη
Tηλ: 2710 223202
Κιν: 6983488485
fax: 2710 223202
Επιπλοκές των ενδοσκοπικών επεμβάσεων για την αντιμετώπιση της ουρολιθίασης
16 Νοεμβρίου, 2024Στυτική διαταραχή και καρδιολογικά προβλήματα
6 Νοεμβρίου, 2024Σεξουαλική ανδρική υγεία και θεραπεία της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη (ΚΥΠ)
31 Οκτωβρίου, 2024Προβλήματα στύσης: από τους Αιγυπτιακούς παπύρους στο Leonardo da Vinci
22 Οκτωβρίου, 2024Εξατομικευμένη προσέγγιση για τη διάγνωση και τη θεραπεία του καρκίνου της ουροδόχου κύστης σταδίου Τ1
16 Οκτωβρίου, 2024