Ο πόνος ορίζεται ως μια δυσάρεστη αισθητηριακή και συναισθηματική εμπειρία που σχετίζεται με πραγματική ή δυνητική βλάβη των ιστών ή περιγράφεται με όρους τέτοιας βλάβης. Σε ολόκληρο τον κόσμο ο χρόνιος πόνος αποτελεί ένα προεξάρχον σύμπτωμα που επηρεάζει σοβαρά την ποιότητα της κοινωνικής, οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής των ανθρώπων.
Ο χρόνιος πόνος συνδέεται συχνά με κατάθλιψη και άλλα ψυχολογικά προβλήματα, καθώς και με απώλεια ή μείωση της εργασίας και της ικανότητας εκτέλεσης οικιακών καθηκόντων.
Η αρχική ταξινόμηση της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας (European Association of Urology, EAU) βασίστηκε σε εκείνη της Διεθνούς Εταιρείας μελέτης του πόνου (International Association for the Study of Pain, IASP) και στις επιστημονικές εργασίες γύρω από αυτό που σήμερα ονομάζεται «πόνος ως πάθηση» με τις ψυχολογικές, συμπεριφορικές, σεξουαλικές και λειτουργικές επιπτώσεις του. Μετά από 10 χρόνια, μια νέα επικαιροποιημένη έκδοση έγινε δεκτή για δημοσίευση από το συμβούλιο της IASP.
Χρόνιο πυελικό άλγος (Chronic pelvic pain, CPP)
Το χρόνιο πυελικό άλγος αποτελεί χρόνιο ή επιμένοντα πόνο που εντοπίζεται στις δομές της ανδρικής ή γυναικείας πυέλου. Συχνά σχετίζεται με αρνητικά γνωσιακά, συμπεριφορικά, σεξουαλικά και συναισθηματικά επακόλουθα όπως και με συμπτώματα ενδεικτικά δυσλειτουργίας του κατώτερου ουροποιητικού, του γαστρεντερικού, του γυναικείου γεννητικού, των μυών του πυελικού εδάφους ή και με σεξουαλική δυσλειτουργία. (ο καθορισμός της εντόπισης του πόνου γίνεται από τον κλινικό ιατρό και τον ασθενή. Βασίζεται στο ιστορικό, την κλινική εξέταση και τις κατάλληλες εργαστηριακές εξετάσεις.)
Για να χαρακτηριστεί χρόνιος ο πόνος θα πρέπει να επιμένει, ως συνεχής ή υποτροπιάζων, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών (μπορεί π.χ. να εμφανίζεται κυκλικά μέσα σε μια περίοδο 6 μηνών, όπως ο πόνος της δυσμηνόρροιας).
Το χρόνιο πυελικό άλγος μπορεί περαιτέρω να υποδιαιρεθεί σε καταστάσεις στις οποίες υπάρχει επαρκώς καθορισμένη κλασσική παθολογία (όπως φλεγμονή ή καρκίνος) και σε άλλες στις οποίες τέτοια παθολογία ελλείπει. (Ο όρος «σχετιζόμενος με συγκεκριμένη πάθηση πόνος “specific disease associated pelvic pain”, προτείνεται για την πρώτη περίπτωση, ενώ ο όρος «σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους, “chronic pelvic pain syndrome, CPPS” για την δεύτερη.
Σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους (Chronic pelvic pain syndrome, CPPS)
Το CPPS ορίζεται ως η εμφάνιση χρόνιου πυελικού πόνου χωρίς αποδεδειγμένη λοίμωξη ή άλλη εμφανή παθολογία, στην οποία μπορεί αυτός να αποδοθεί.
Συχνά σχετίζεται με αρνητικές γνωσιακές, συμπεριφορικές, σεξουαλικές ή συναισθηματικές επιπτώσεις, καθώς και με συμπτωματολογία που υποδηλώνει δυσλειτουργία του κατώτερου ουροποιητικού, του γαστρεντερικού και του γυναικείου γεννητικού συστήματος ή σεξουαλική δυσλειτουργία. Το CPPS αποτελεί υποκατηγορία του CPP.
Το σύνδρομο χρόνιου πυελικού πόνου είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει διάφορες καταστάσεις όπου ένας συνεχιζόμενος πόνος βιώνεται γύρω από τη λεκάνη χωρίς αναγνωρίσιμη αιτία. Το σύνδρομο χρόνιου πυελικού πόνου επηρεάζει περίπου το 15% των γυναικών άνω των 25 ετών, αλλά μπορεί επίσης να επηρεάσει τους άνδρες.
Η εμπειρία του πόνου διαφέρει από άτομο σε άτομο. Ο πόνος μπορεί να είναι ήπιος ή έντονος, βύθιος ή οξύς, συνεχής ή διακοπτόμενος. Μπορεί να υπάρχουν και άλλα συμπτώματα όπως:
- δυσκολία στην ούρηση
- δυσκολία στον ύπνο
- απώλεια ενδιαφέροντος για δραστηριότητες
- αισθήματα άγχους ή κατάθλιψης
- δυσκολία στην επίτευξη ή διατήρηση στύσης (μόνο για άνδρες)
Ουρολογικά σύνδρομα πόνου
Σύνδρομο προστατικού πόνου (Prostate Pain Syndrome, PPS)
Το σύνδρομο προστατικού πόνου ορίζεται ως η εμφάνιση επιμένοντος ή υποτροπιάζοντος επεισοδιακού πόνου (που αναπαράγεται σταθερά με την δακτυλική εξέταση του προστάτη). Δεν υπάρχει αποδεδειγμένη λοίμωξη ή άλλη εμφανής παθολογία. Το PPS συχνά συνοδεύεται από αρνητικές γνωσιακές, συμπεριφορικές, σεξουαλικές ή συναισθηματικές διαταραχές, καθώς και από συμπτώματα ενδεικτικά δυσλειτουργίας του κατώτερου ουροποιητικού ή από σεξουαλική δυσλειτουργία. (Ο όρος “χρόνια προστατίτιδα” εξακολουθεί να χρησιμοποιείται εναλλακτικά, όπως και ο όρος “προστατοδυνία” έχει επίσης χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν, αλλά πλέον δεν συνιστάται από την επιτροπή των ειδικών.)
- Συνεχές ή υποτροπιάζον προστατικό άλγος τους τελευταίους 3 μήνες
- Συνδυασμός με συμπτώματα δυσλειτουργίας του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος ή σεξουαλική δυσλειτουργία
- Αρνητικές συνέπειες (γνωσιακή & σεξουαλική λειτουργία, συμπεριφορά, συναίσθημα)
- Απουσία λοίμωξης ή άλλης εμφανούς τοπικής παθολογίας
Πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες:
- Μικροοργανισμοί που δεν καλλιεργούνται
- Απόφραξη & ούρηση με ↑ πίεση εξωστήρα
- Ενδοπροστατική παλινδρόμηση
- Ανοσολογικοί παράγοντες
- Δυσλειτουργία κυστικού αυχένα
- Διαταραχές της λειτουργίας του εξωστήρα
- Γενετικές ανωμαλίες
- Μυοσκελετικά αίτια
- Νευρολογικά αίτια
Το PPS είναι η πιο κοινή μορφή χρόνιου πυελικού πόνου στους άνδρες.
- Επηρεάζει περισσότερο από το 15% των ανδρών
- Μπορεί να εμφανιστεί σε άνδρες όλων των ηλικιών,αλλά είναι πιο συχνή σε εκείνους μεταξύ 30 και 50 ετών
Το PPS διαγιγνώσκεται από το ιστορικό του πόνου εντοπισμένου στην περιοχή του προστάτη (πειστικά αναπαραγόμενου μετά από μάλαξη του προστάτη) και απουσία άλλης παθολογίας από το κατώτερο ουροποιητικό, για τουλάχιστο 3 μήνες το τελευταίοι 6μηνο.
Ένα πλήρες ιστορικό είναι το σημαντικό πρώτο βήμα στην εκτίμηση του PPS. Πρέπει να περιλαμβάνει το είδος του άλγους και την εντόπισή του. Ο πόνος συχνά περιγράφεται σε άλλες πυελικές περιοχές εκτός του προστάτη, όπως το περίνεο, το ορθό, το πέος και η κοιλιά. Επιπλέον, σχετικά συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό, η σεξουαλική λειτουργία, ψυχολογικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες πρέπει να αναφέρονται. Ο προσδιορισμός της σοβαρότητας της νόσου, της προόδου της και της απάντησης στη θεραπεία μπορούν να εκτιμηθούν μόνο μέσω πιστοποιημένων εργαλείων, που βαθμολογούν τα συμπτώματα. Αυτές οι κλίμακες συστήνονται για τη βασική εκτίμηση και τη θεραπευτική παρακολούθηση των ασθενών στην ουρολογική κλινική πράξη.
Αξιόπιστοι, έγκυροι δείκτες των συμπτωμάτων και της ποιότητας ζωής είναι το NIH-CPSI και το International Prostate Symptom Score (I-PSS).
Σύνδρομο κυστικού πόνου (Bladder Pain Syndrome, BPS)
Το σύνδρομο κυστικού πόνου (BPS) ορίζεται ως η εμφάνιση επιμένοντος ή υποτροπιάζοντος πόνου στην περιοχή της ουροδόχου κύστης. Συνοδεύεται από τουλάχιστον ένα ακόμη σύμπτωμα, όπως άλγος που επιδεινώνεται με την πλήρωση της κύστης και συχνουρία ή νυκτουρία. Δεν υπάρχει αποδεδειγμένη λοίμωξη ή άλλη εμφανής παθολογία. Το BPS συχνά συνοδεύεται από αρνητικές γνωσιακές, συμπεριφορικές, σεξουαλικές ή συναισθηματικές διαταραχές, καθώς και από συμπτώματα ενδεικτικά δυσλειτουργίας του κατώτερου ουροποιητικού ή από σεξουαλική δυσλειτουργία. Πιστεύεται ότι το σύνδρομο αυτό αντιπροσωπεύει ένα ετερογενές φάσμα παθήσεων και είναι πιθανό να υπάρχουν ειδικοί τύποι φλεγμονής σε ορισμένες υποομάδες ασθενών. Η ακριβής εντόπιση του πόνου μπορεί να είναι δύσκολη με την φυσική εξέταση, ενώ η κυστεοσκοπική υδροδιάταση της κύστης και η λήψη βιοψιών ενδείκνυται για τον καθορισμό του φαινοτύπου.
(Άλλοι όροι που έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί είναι οι “διάμεση κυστίτιδα”, “σύνδρομο επώδυνης κύστης”, οι οποίοι πλέον δεν συνιστώνται.)
Το BPS είναι μια διαδεδομένη πάθηση και επιδημιολογικές μελέτες εκτιμούν ότι επηρεάζει 1,8-51/10.000 άτομα παγκοσμίως. Ωστόσο, υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ο επιπολασμός δεν αναφέρεται επαρκώς και ότι λιγότερο από το 10% των πασχόντων λαμβάνουν επίσημη διάγνωση.
Τα σωματικά και ψυχολογικά επακόλουθα μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικά για τον ασθενή. Η όλη κατάσταση αντιπροσωπεύει μια πραγματική πρόκληση και για τον κλινικό ιατρό. Η διάγνωση και η διαχείριση βασίζονται σε μια διεπιστημονική και ολιστική προσέγγιση. Οι επιλογές θεραπείας περιλαμβάνουν συντηρητικά μέτρα και φαρμακοθεραπείες, καθώς και θεραπείες με ενδοκυστικές εγχύσεις. Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να προσφερθεί, αλλά μόνο σε περιπτώσεις ανθεκτικής νόσου.
Το BPS πρέπει να διαγιγνώσκεται στη βάση του πόνου, της πίεσης ή δυσανεξίας που σχετίζονται με την ουροδόχο κύστη, συνοδευόμενα από τουλάχιστον ακόμη ένα σύμπτωμα, όπως ημερήσια ή νυχτερινή αυξημένη συχνότητα ούρησης. Με κυστεοσκόπηση και βιοψίες κύστης αποκλείονται ασθένειες που μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση στην αιτία των συμπτωμάτων, όταν υπάρχει ένδειξη.
Η φύση του πόνου είναι σημαντική για τον προσδιορισμό της νόσου:
- Ο πόνος, η πίεση ή η δυσανεξία γίνονται αντιληπτά ως σχετιζόμενα με την ουροδόχο κύστη και αυξάνονται με την αύξηση του ενδοκυστικού περιεχομένου.
- Εντοπίζεται υπερηβικά, μερικές φορές αντανακλώντας στους μηρούς, τον κόλπο, το ορθό ή το όσχεο.
- Υποχωρεί μετά από ούρηση, αλλά σύντομα επανέρχεται.
- Επιδεινώνεται με την τροφή ή το ποτό.
- Το stick ούρων και η καλλιέργεια ούρων (περιλαμβάνοντας καλλιέργεια για TB σε περίπτωση άσηπτης πυουρίας) συστήνονται για όλους του ασθενείς, οι οποίοι είναι ύποπτοι για BPS. Η κυτταρολογική εξέταση ούρων, επίσης, συστήνεται σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
- H κυστεοσκόπηση υπό γενική αναισθησία συστήνεται στους ασθενείς με BPS για την υποτυποποίηση της πάθησης και τον αποκλεισμό άλλων παθολογιών.
Σύνδρομο οσχεϊκού πόνου
Το σύνδρομο οσχεϊκού πόνου ορίζεται ως η εμφάνιση επιμένοντος ή υποτροπιάζοντος πόνου στα όργανα του οσχέου. Μπορεί να σχετίζεται με συμπτώματα ενδεικτικά δυσλειτουργίας του κατώτερου ουροποιητικού ή με σεξουαλική δυσλειτουργία. Δεν υπάρχει αποδεδειγμένη λοίμωξη ή άλλη εμφανής παθολογία. Το σύνδρομο συχνά συνοδεύεται από αρνητικές γνωσιακές, συμπεριφορικές, σεξουαλικές ή συναισθηματικές διαταραχές. Ο όρος είναι γενικός και χρησιμοποιείται όταν ο πόνος δεν προέρχεται σαφώς από τον όρχι ή την επιδιδυμίδα. Ο πόνος δεν είναι δερματικός αλλά εντοπίζεται στα περιεχόμενα όργανα του οσχέου, κατάσταση παρόμοια με τον ιδιοπαθή θωρακικό πόνο.
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα του συνδρόμου οσχεϊκού πόνου περιλαμβάνουν:
- ήπιο ή έντονο πόνο που διαρκεί τουλάχιστον 3 μήνες
- πόνο στη βουβωνική χώρα κατά την κίνηση
- αίσθημα βάρους γύρω από το όσχεο
- έντονος πόνος στο όσχεο χωρίς προειδοποίηση
- αιματουρία
- αιμοσπερμία
Σύνδρομο ορχικού πόνου
Σύνδρομο πόνου της επιδιδυμίδας
Σύνδρομο πεϊκού πόνου
Σύνδρομο ουρηθρικού πόνου
Δεν είναι ασυνήθιστο για τα άτομα με χρόνιο πυελικό πόνο να αισθάνονται ανήσυχα, απομονωμένα και καταθλιπτικά.
Γνωρίζουμε πως η κατάσταση μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο την καθημερινή σας ζωή, αλλά και τους γύρω σας. Το να υποβληθείτε σε πολλές εξετάσεις και να αισθανθείτε ότι κανείς δεν καταλαβαίνει τι προκαλεί τον πόνο σας μπορεί να είναι απογοητευτικό και αναστατωμένο.
Για να βοηθήσετε στην αντιμετώπιση αυτών των συναισθημάτων, μιλήστε με το γιατρό σας για το πώς αισθάνεστε και πώς επηρεάζει την ψυχική σας υγεία. Μερικοί άνθρωποι αισθάνονται ότι υπάρχει ένα κοινωνικό στίγμα που συνδέεται με τα προβλήματα ψυχικής υγείας, αλλά όσο περισσότερο μιλάμε για την ψυχική υγεία, τόσο περισσότερο θα γίνει ένα φυσιολογικό μέλος της κοινωνίας. Μερικοί άνθρωποι βρίσκουν ότι η συμμετοχή σε μια ομάδα υποστήριξης, συμβουλευτική ή συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να βοηθήσει. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο γιατρός σας μπορεί να συστήσει αντικαταθλιπτικά ή αγχολυτικά φάρμακα.