Lasers στην ουρολογία
Η λέξη “Laser” προέρχεται από τα αρχικά γράμματα των λέξεων της φράσης “Light Amplification by Stimulated Emission of Radiation” που σημαίνει «ενίσχυση φωτός με διεγερμένη εκπομπή ακτινοβολίας». Αποτελεί μία ειδική δέσμη φωτεινής ακτινοβολίας, που δεν υπάρχει σε φυσικές συνθήκες, αλλά παράγεται μόνο στο εργαστήριο με ειδικό τεχνολογικό εξοπλισμό.
Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι τα τελευταία χρόνια η χρήση των lasers στις παθήσεις των νεφρών, του ουρητήρα, της ουροδόχου κύστης και του προστάτη. Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη και η λιθίαση του ουροποιητικού συστήματος αποτελούν τις συχνότερες παθήσεις που για την αντιμετώπιση τους χρησιμοποιούνται lasers. Laser εφαρμογές χρησιμοποιούνται επίσης στην αντιμετώπιση όγκων του ουρητήρα ή της κύστης, σε όγκους του πέους, καθώς και σε αισθητικές επεμβάσεις στο πέος και στη βάλανο.
Τα είδη των laser που χρησιμοποιούνται σήμερα συνηθέστερα στην ουρολογία περιλαμβάνουν:
Χειρουργική εφαρμογή των Lasers στην Ουρολογία
- Ουρολιθίαση
- Καλοήθη υπερπλασία του προστάτη (Κ.Υ.Π.)
- Στενώματα ουρήθρας / ουρητήρα
- Στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής (ενδοπυελοτομή)
- Βαλβίδες οπίσθιας ουρήθρας
- Καρκίνος πἐους
- Καρκίνος αποχετευτικής μοίρας
- Καρκίνος ουροδόχου κύστης
- Καρκίνος νεφρού
- Καρκίνος προστάτη (εστιακή θεραπεία του προστατικού καρκίνου)
Η ανάπτυξη των lasers ξεκινά με τον Einstein το 1917 όταν πρότεινε την άποψη της εξαιρετικά εστιασμένης ακτινοβολίας φωτός και της διεγερμένης εκπομπής μικροκυμάτων.
Το 1966 ο Parsons ήταν ο πρώτος Ουρολόγος που πειραματίσθηκε με laser από κρύσταλλο ρουμπινιού σε ουροδόχο κύστη κουνελιού, ενώ δύο χρόνια αργότερα δοκίμασε να κάνει λιθοτριψία σε λίθο ουροδόχου κύστεως χρησιμοποιώντας το ίδιο Laser.
Πρώτοι οι Roth και Aretz περιέγραψαν την διουρηθρική, με υπέρηχο κατευθυνόμενη, Laser-Προστατεκτομή (Transurethral Ultrasound-guided Laser-Induced Prostatectomy, TULIP) σε πειραματόζωα το 1991. Η εφαρμογή σε άνδρες με συμπωματική καλοήθη υπερπλασία επέφερε κάποια ανακούφιση από τα ενοχλήματα. Λόγω τεχνικών δυσκολιών η μέθοδος αυτή εγκαταλείφτηκε, επειδή δεν υπήρχε η δυνατότητα για άμεση οπτική παρακολούθηση του αποτελέσματος του Laser.
Χρησιμοποιώντας ένα Nd:YAG Laser και με άμεση-κυστεοσκοπική οπτική παρακολούθηση της δράσης του Laser στον προστάτη αναπτύχθηκε από τον Costello το 1992 μία νέα τεχνική: η οπτική αφαίρεση του προστάτη με Laser (Visual Laser Ablation of the Prostate, VLAP). Και η μέθοδος αυτή δεν απόδωσε τα αναμενόμενα γιατί προκαλούσε μία τμηματική και όχι ολική αφαίρεση της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη με αποτέλεσμα το ποσοστών των επανεπεμβάσεων να είναι μεγάλο.
Το 1992 ο Krautschick και το 1995 ο Muschter χρησιμοποιώντας ένα Nd:YAG ή ένα διοδικό Laser εισήγαγαν την οπτική ίνα μέσα στον προστάτη με διουρηθρική ή περινεϊκή προσπέλαση (διάμεσος καυτηριασμός με Laser, Interstitial Laser Coagulation, ILC). Έτσι προκαλούνταν εσωτερική νέκρωση στον προστάτη με επακόλουθη ατροφία και συρρίκνωση του αδένα. Επειδή τα αποτελέσματα της επέμβασης δεν είναι άμεσα και ο ασθενής μπορεί να χρειασθεί για ορισμένο χρονικό διάστημα καθετήρα μέχρι να συρρικνωθεί ο προστάτης και να αποκατασταθεί η ροή των ούρων η μέθοδος αυτή περιέπεσε σε αχρηστία.
Το 1997 Gilling από την Νέα Ζηλανδία εφάρμοσε μία νέα τεχνική, την αφαίρεση ή εκπυρήνιση του προστάτη με το Holmium: YAG Laser (Holmium Laser Ablation/Enucleation of the Prostate, HoLAP/HoLEP).
Η μέθοδος αυτή έγινε πολύ δημοφιλής γιατί αφαιρείται ολόκληρο το προστατικό αδένωμα όπως στην ανοιχτή επέμβαση και υπάρχει η δυνατότητα για ιστολογική εξέταση. Το βασικό της μειονέκτημα είναι ότι αποτελεί μία δύσκολη στην εκμάθηση της τεχνική. Ο προστάτης πρέπει πρώτα να μεταφερθεί στην ουροδόχο κύστη και εκεί να κατακερματισθεί με ειδικό μηχάνημα και κατόπιν να αφαιρεθεί.