Η ουρολιθίαση επηρεάζει περίπου το 13% του παγκόσμιου πληθυσμού σε κάποιο στάδιο της ζωής του. Αφορά όλες τις ηλικίες, τα φύλα και τις φυλές, αλλά εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες ηλικίας 20-49 ετών.
Μπορεί να παρουσιαστεί ως μια ασυμπτωματική κατάσταση ή ως επώδυνη, υποτροπιάζουσα νόσος.
Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ο επιπολασμός της ουρολιθίασης αυξάνεται παγκοσμίως λόγω πολλών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στις κοινωνικές συνθήκες, τις διατροφικές συνήθειες, το κλίμα και τις συννοσηρότητες της νόσου.
Η αντιμετώπιση της λιθίασης του ουροποιητικού συστήματος αντιπροσωπεύει ένα ταχέως εξελισσόμενο και συναρπαστικό πεδίο της ουρολογίας. Η τεχνολογική ανάπτυξη στον τομέα της ουρητηρικής και νεφρικής ενδοσκοπικής χειρουργικής με οπτικές ίνες υψηλής ευκρίνειας και εύκαμπτα ενδοσκόπια έχει προσφέρει «επανάσταση» στη θεραπεία των λίθων του ουροποιητικού συστήματος. Επίσης η χρήση laser και ο συνδυασμός με εξωσωματικούς λιθοτρίπτες νέας γενιάς οδήγησε στην εγκατάλειψη των παλαιών χειρουργικών τεχνικών για την αντιμετώπιση της λιθίασης.
Η χειρουργική εμπειρία και τεχνογνωσία, ο άρτιος τεχνολογικός εξοπλισμός και η σωστή επιλογή των ασθενών αποτελούν τις τρεις απαραίτητες προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη επέμβαση.
Παγκόσμιες τάσεις της θεραπείας της ουρολιθίασης τις τελευταίες δύο δεκαετίες: το μερίδιο της συνολικής θεραπείας για την ουρολιθίαση στη δημοσιευμένη βιβλιογραφία έχει αυξηθεί για την ουρητηροσκόπηση, παραμένει σταθερό για τη διαδερμική νεφρολιθοτριψία και μειωμένο για την εξωσωματική λιθοτριψία και την ανοικτή χειρουργική επέμβαση.
Η ουρητηροσκόπηση είχε αύξηση 251,8% στον συνολικό αριθμό των θεραπειών που πραγματοποιήθηκαν, με το μερίδιο των συνολικών θεραπειών να αυξάνεται κατά 17%. Ενώ το μερίδιο των συνολικών θεραπειών για τη διαδερμική νεφρολιθοτριψία παρέμεινε σταθερό, το μερίδιο της εξωσωματικής λιθοτριψίας και της ανοικτής χειρουργικής επέμβασης μειώθηκε κατά 14,5% και 12%αντίστοιχα.
(Worldwide Trends of Urinary Stone Disease Treatment Over the Last Two Decades: A Systematic Review, J Endourol, 2017 Jun;31(6):547-556)