Η δακτυλική εξέταση του προστάτη πρέπει να πραγματοποιείται σε όλους τους άνδρες άνω των 45 ετών στα πλαίσια του προληπτικού ελέγχου για τον καρκίνο του προστάτη, αλλά και στους άνδρες εκείνους που αντιμετωπίζουν προβλήματα ούρησης.
Μπορεί να γίνει σε πλάγια, σε γονατοαγκωνιαία, σε ύπτια με τους μηρούς σε απαγωγή ή σε όρθια θέση με τους αγκώνες στην εξεταστική κλίνη. Κατά την διάρκεια της εξέτασης, αφού στην περιοχή έχει τοποθετηθεί αρκετή ποσότητα λιπαντικής αλοιφής, ο ουρολόγος εισάγει τον δείκτη του χεριού του στο ορθό για να ψηλαφήσει τον προστάτη. Κατά την εξέταση μπορεί να βρεθούν ανωμαλίες στην υφή, στο μέγεθος ή στο σχήμα του αδένα, καθώς και παρουσία ευαισθησίας ή πόνου κατά την ψηλάφηση.
Ο “φυσιολογικός” προστάτης έχει σχήμα και μέγεθος κάστανου. Η σύσταση των πλάγιων λοβών είναι ανάλογη της σύστασης των μυών του θέναρος σε σφιγμένη γροθιά. Θα πρέπει πάντοτε να καταγράφεται κατά προσέγγιση:
- το μέγεθος του αδένα,
- η διατήρηση ή μη της μέσης αύλακας,
- ο σαφής ή μη διαχωρισμός των πλάγιων λοβών από τους γύρω ιστούς,
- επώδυνα σημεία και σκληρίες.
Η πιθανότητα να υπάρχει καρκίνος στον προστάτη σε περίπτωση θετικής ΔΕΠ είναι περίπου 30%.
Η δακτυλική εξέταση είναι λιγότερο αποτελεσματική στην ανεύρεση προστατικού καρκίνου από το PSA. Μπορεί όμως ορισμένες φορές να ανιχνεύσει καρκίνο σε άνδρες με “φυσιολογικά” επίπεδα PSA. Γι’ αυτό τον λόγο η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (American Cancer Society, ACS) συνιστά την ευρεία χρήση και των δύο αυτών εξετάσεων για την πρώιμη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη.
Μια φυσιολογική δακτυλική εξέταση δεν αποκλείει την ύπαρξη καρκίνου του προστάτη.
Αν και είναι μία δυσάρεστη εξέταση δεν είναι επώδυνη και διαρκεί ελάχιστα δευτερόλεπτα. Η έπειξη για ούρηση κατά την ψηλάφηση του προστάτη είναι αναμενόμενη και υποχωρεί λίγο μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης.
Η δακτυλική εξέταση του προστάτη θα πρέπει να αποφεύγεται σε περίπτωση υποψίας οξείας προστατίτιδας, καθώς ο κίνδυνος αιματογενούς διασποράς της λοίμωξης και σηπτικής καταπληξίας είναι σημαντικός.