Η τέχνη της ουροσκοπίας: από τον ουροσκοπικό τροχό στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο…
Η ανάλυση ούρων, η ουροσκοπία, στα πολλά στάδια της εξέλιξης της, αποτέλεσε ένα εφαλτήριο γνώσης πάνω στο οποίο στηρίχτηκε και εξελίχθηκε η ιατρική. Αποτελεί όχι μόνο την παλαιότερη εργαστηριακή εξέταση αλλά και το παλαιότερο προγνωστικό εργαλείο στα χέρια της ιατρικής επιστήμης. Όπως υπονοεί και το όνομα της, ουροσκοπία είναι η οπτική εξέταση των ούρων δια γυμνού οφθαλμού. Οι φιλολογικές και ιστορικές πηγές που υπάρχουν για αυτή είναι άφθονες και ξεκινούν πολλούς αιώνες προ Χριστού.
Οι πρώτες επιστημονικές αναφορές εμφανίστηκαν στα κείμενα του Ιπποκράτη και του Γαληνού. Εξελίχθηκαν όμως σημαντικά κατά το Μεσαίωνα από τους Βυζαντινούς και Άραβες ιατρούς. Οι Βυζαντινοί ανακάλυψαν τον 6ο αιώνα την πρώτη εργαστηριακή ανάλυση στα ούρα και γενικότερα στην ιατρική, το βρασμό των ούρων για την ανίχνευση της πρωτεϊνουρίας. Η Δυτική ιατρική θα πάρει τη σκυτάλη από τον 12ο αιώνα και μετά, οπότε και θα μεταφραστούν στα λατινικά, ιδιαίτερα στο μοναστήρι του Montecassino στη νότια Ιταλία, πολλά σχετικά Ελληνικά και Αραβικά κείμενα. Σημαντική συμβολή στον ύστερο Μεσαίωνα για την ανάπτυξη της ουροσκοπίας είχε η σχολή του Salerno. Συστηματοποίησε τις προηγούμενες γνώσεις και ανέπτυξε τεχνικές που συνέβαλαν ουσιαστικά, όχι μόνο στη βελτίωση των τεχνικών της oυροσκοπίας αλλά και στην ανάπτυξη της δομής του μελλοντικού χημικού εργαστηρίου. Ο μεσαιωνικός ιατρός εξετάζοντας με κάθε δυνατό μέσο τα ούρα, και ιδιαίτερα με την χρήση μίας ειδικής φιάλης, της αμίδας, μπορούσε να διαγνώσει μία πληθώρα προβλημάτων υγείας. Ασθένειες όπως:
- ο σακχαρώδης διαβήτης,
- η πρωτεϊνουρία και
- ο ίκτερος
είναι μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, ενδεικτικά της επιτυχημένης διαγνωστικής ικανότητας της ουροσκοπίας.
Η ουροσκοπία στην Αρχαία Ελλάδα
Στην αρχαία Ελλάδα η ουροσκοπία εμφανίζεται το 1000 π.Χ. ως προϊόν της προσωκρατικής φιλοσοφίας και επιστήμης. Μερικούς αιώνες αργότερα ο Ιπποκράτης (460-370 π.Χ.), στο έργο του «Προγνωστικά», σχολιάζει τις μεταβολές της σύστασης, του χρώματος και της οσμής των ούρων κατά τη διάρκεια του πυρετού σε ενήλικες και παιδιά. Παρόλα αυτά ο Ιπποκράτης δεν είχε κατανοήσει τη λειτουργία των νεφρών αφού θεωρούσε ότι τα ούρα σχηματίζονταν στην ουροδόχο κύστη. Όλα τα έργα του Ιπποκράτη με τον γενικό λατινικό τίτλο «Corpus Hippocraticum», αποτέλεσαν την πρώτη στη δυτική επιστήμη ιατρική βιβλιογραφία.
Ο Αριστοτέλης (384 – 324 π.Χ.) γύρω στο 336 π.Χ. πρώτος περιέγραψε αλλά και σχεδίασε το ουροποιητικό – γεννητικό σύστημα αναφερόμενος στους νεφρούς, την ουροδόχο κύστη, τους ουρητήρες και τα σχετικά αγγεία.
Ο Γαληνός από την Πέργαμο (περίπου 129 – 200 μ.Χ.) ο διασημότερος γιατρός της Ρωμαϊκής περιόδου και ιδρυτής της κλινικής φαρμακολογίας έκανε σημαντικές παρατηρήσεις πάνω στην ανατομία των νεφρών και της ουροδόχου κύστης. Ήταν ο θεμελιωτής της θεωρίας των τεσσάρων χυμών η οποία επηρέασε την ιατρική σκέψη μέχρι την Αναγέννηση. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή το ανθρώπινο σώμα αποτελείται από τέσσερις ζωτικούς χυμούς:
- τη μαύρη χολή
- τη κίτρινη χολή
- το φλέγμα
- το αίμα
Το αίμα είναι θερμό και υγρό σαν τον αέρα. Το φλέγμα που προέρχεται από τους βρόγχους είναι κρύο και υγρό σαν το νερό. Η κίτρινη χολή είναι θερμή και ξερή σαν τη φωτιά. Η μαύρη χολή είναι ψυχρή και ξερή σαν τη γη.
Όλες οι παθήσεις οφείλονταν στη μεταβολή της κατανομής των τεσσάρων χυμών. Η κατανομή τους μπορούσε να διαγνωστεί με την εξέταση των ούρων και γι’ αυτό πρότεινε την καθημερινή τους εξέταση. Τα ούρα σύμφωνα με τον Γαληνό αποτελούσαν το μέσο διάγνωσης ασθενειών των νεφρών, της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστεως.
Από τον Γαληνό ξεκινά στην ουσία η μακρά εξέλιξη της oυροσκοπίας. Θα φτάσει στην κορύφωση της κατά τον ύστερο Μεσαίωνα (16ος αιώνας). Τόσο οι Άραβες όσο και οι Έλληνες ιατροί συνέβαλαν τα μέγιστα στη εξέλιξη της ιατρικής στην Ευρώπη κατά το Μεσαίωνα και την Αναγέννηση αφού όλα τα έργα τους μεταφράστηκαν στα λατινικά από μοναχούς – γραφείς. Στο απόγειο της εξέλιξης της ουροσκοπίας στη Δύση οι ουροσκόποι ιατροί επινόησαν και εξέλιξαν τον λεγόμενο ουροσκοπικό τροχό.
Η ουροσκοπία (ανάλυση ούρων) στο Μεσαίωνα
Στο Δυτικό Μεσαίωνα όλες οι επιστήμες συμπεριλαμβανομένης και της ιατρικής ασκούνταν από μοναχούς μέσα σε μοναστήρια – σπουδαστήρια. Ένα τέτοιο μοναστήρι με σημαντική συμβολή στην ιατρική, τόσο στην παραγωγή νέας γνώσης όσο και στην άσκησή της, ήταν το αβαείο του Μοντεκασίνο στην νότια Ιταλία. Στο μοναστήρι αυτό σώζονται χειρόγραφα των Ιπποκράτη, Γαληνού, Παύλου της Αίγινας, Οριβάσιου, Διοσκουρίδη και Διονύσιου.
Άλλος πρωτεργάτης στη δυτική ιατρική επιστήμη ήταν η ιατρική σχολή του Σαλέρνο η οποία από τον 11ο έως και το 12ο αιώνα δημιούργησε ένα πολύ ισχυρό ρεύμα ιατρικής φιλοσοφίας, διάγνωσης και θεραπείας ασθενειών. Η σχολή του Σαλέρνο βασίστηκε στην Ιπποκράτειο ιατρική και την Αριστοτελική φιλοσοφία, καθώς και σε κείμενα σύγχρονων για την εποχή Βυζαντινών και Αράβων ιατρών. Για την μελέτη του χρώματος επινοήθηκε οι «ουροσκοπικός τροχός». Ο ουροσκοπικός τροχός ήταν ένα κυκλικό διάγραμμα όπου περιέχονταν στις άκρες του διάφορες μορφές ούρων (διαυγή, θολά, κίτρινα, αιματηρά κ.α.). Με την χρήση οδηγιών που υπήρχαν (στα λατινικά) μέσα στο διάγραμμα οι ουροσκόποι καθοδηγούνταν βάσει καθορισμένης κλείδας στη διάγνωση παθήσεων του ουροποιητικού, κατά βάση, συστήματος. Σε πολλά δοχεία υπήρχαν και υποκατηγορίες ανάλογα με το χρώμα, την υφή και το ίζημα αλλά και κείμενα, πίνακες και σχέδια. Αυτό επέτρεπε στους ιατρούς να έχουν έναν οδηγό αναφοράς που τους βοηθούσε στη γρήγορη διάγνωση.
Στους ουροσκοπικούς τροχούς τα ούρα μπορούσαν να έχουν μέχρι και είκοσι διαφορετικές αποχρώσεις. Από καθαρό κίτρινο μέχρι γαλακτώδη, γκρι, κόκκινο, σκούρο πράσινο, μαύρο ακόμη και ιώδη.
Ο Ιωάννης Ακτουάριος είχε διακρίνει εννιά χρώματα τα οποία πολλαπλασιάζονταν επί τρία αφού πρόσθετε σε κάθε χρώμα την ελαφρύτερη και πυκνότερη εκδοχή του.
Ο Egide de Corbeil ταξινόμησε τουλάχιστον είκοσι τύπους χρώματος ούρων όπου κάθε χρώμα υποδήλωνε και μια αντίστοιχη ασθένεια. Έτσι κατ’ αυτόν:
- τα κόκκινα ούρα υποδείκνυαν ηπατικό πρόβλημα,
- τα πρασινωπά την παρουσία ίκτερου και
- τα πυκνά κίτρινα παρουσία κρυστάλλων νεφρικά προβλήματα.
Ασθένειες ή καταστάσεις που ανιχνεύονταν με τη μέθοδο της oυροσκοπίας
Σακχαρώδης διαβήτης
Η ονομασία «σακχαρώδης διαβήτης» προέρχεται από τον Άγγλο θεραπευτή Thomas Willis (1621-1675) ο οποίος περιέγραψε τη γεύση των ούρων του διαβητικού ως «.. υπέροχα γλυκιά σαν να έχουν ανακατευτεί με μέλι ή ζάχαρη» και έτσι ο διαβήτης ονομάστηκε σακχαρώδης από το λατινικό mellitus που σημαίνει μέλι. Μία από τις πρώτες μεθόδους εξέτασης των ούρων, ίσως η πρώτη, ήταν η απόχυση των ούρων στο έδαφος και η παρατήρηση του κατά πόσο θα προσέλκυαν μύγες ή μυρμήγκια. Τα «γλυκά σα μέλι ούρα», που προσέλκυαν τα έντομα θεωρούνταν ότι προέρχονταν από ασθενείς που υπέφεραν από «δοθιήνωση». Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα χωρίς θεραπεία διαβητικά άτομα με γλυκοζουρία εμφανίζουν συχνές διαπυήσεις του δέρματος, αποστήματα, δοθιήνες, ψευδάνθρακες
Ίκτερος
Αν τα ούρα είχαν καφέ απόχρωση τότε ο ασθενής θεωρούνταν ότι έπασχε από ίκτερο.
Νεφρική ανεπάρκεια
Αν εμφανίζονταν αφροί ή τα ούρα είχαν χρώμα κοκκινωπό τότε ο ασθενής έπασχε από νεφρική ασθένεια.
Όγκοι του Ουροποιητικού
Αν ο ασθενής ουρούσε αίμα η διάγνωση ήταν όγκος στο ουροποιητικό.
Πέτρες στους νεφρούς
Αν τα ούρα του ασθενούς περιείχαν συμπαγείς όγκους σαν πέτρες τότε η διάγνωση ήταν θάνατος. Ο Ιωάννης Απόκαυκος (Αρχιεπίσκοπος Ναυπάκτου και Άρτας 1219 μ.Χ.) αναφέρει: «…και επίσης υποφέρω από μία χρόνια ασθένεια των νεφρών κατά την οποία εκκρίνονται πέτρες από τους αδένες του πέους μου, μερικές φορές μεγάλες σαν το γραμμάριο αλλά βαρύτερες και έχουν πολλά σχήματα. Είναι πολυγωνικές σαν πυραμίδες ή κύβους και εξαιτίας των παραπάνω τραυματίζουν τον υμένα της ουρήθρας μου και μου προκαλούν τεραστίους πόνους που με βασανίζουν. Και άλλες φορές είναι τόσο μεγάλες ώστε αποφράζουν την ουρήθρα και γεμίζω υγρά. Ο πόνος είναι τόσο οξύς και φέρνει το θάνατο μπρος στα μάτια μου…»
Αιματουρία
Η πρώτη περιγραφή της αιματουρίας έγινε από τον Ρούφο της Εφέσου ο οποίος το 50 μ.Χ. Αναφέρθηκε στην αδυναμία του νεφρού να φιλτράρει το αίμα. Αναφορές σε αυτήν υπήρχαν και σε μεσαιωνικά κείμενα. Σημαντική ήταν η συμβολή του Rhazes o οποίος περιέγραψε την αιματουρία και ανέφερε ότι προέρχεται από την ουροδόχο κύστη.
Πρωτεϊνουρία
Πρώτος αναφέρθηκε σε αυτή ο Ιπποκράτης ο οποίος στους «Αφορισμούς» επισήμανε τη συσχέτιση μεταξύ των φυσαλίδων στην επιφάνεια των ούρων με κάποια ενδεχόμενη νόσο των νεφρών. Επίσης το ίδιο επεσήμανε και ο Ρούφος της Εφέσου (100 μ.Χ.) στο έργο του «Πραγματεία πάνω στις Ασθένειες των Νεφρών και της Κύστης».
Εγκυμοσύνη
Οι μεσαιωνικοί ιατροί χρησιμοποιούσαν τα ούρα για την διάγνωση της εγκυμοσύνης. Βασίζονταν στο χρώμα των ούρων και υποστήριζαν ότι όταν αυτό ήταν διαυγές και υποκίτρινο, σαν αυτό του λεμονιού, τότε η εξεταζόμενη ήταν έγκυος.
Μετά το τέλος του Μεσαίωνα όμως θα αρχίσει η παρακμή της ουροσκοπίας. Θα καταστεί μέσο εκμετάλλευσης και τσαρλατανισμού, χάνοντας σταδιακά την επιστημονική της σημασία και οι πρεσβευτές της θα αποτελούν τον περίγελο της επιστημονικής κοινότητας.
Η πρόοδος των επιστημών της φυσικής και της χημείας από την Αναγέννηση και μετά, καθώς και η ανακάλυψη του μικροσκοπίου οδήγησε σε διαδοχικά άλματα την επιστημονική έρευνα στο πεδίο αυτό. Από το 1870 και μετά άρχισε να διαμορφώνεται η ανάλυση των ούρων όπως την ξέρουμε σήμερα.
Ο 19ος αιώνας ξεκινά με μεγάλες ανακαλύψεις στον τομέα της φυσιολογίας και ανατομίας των νεφρών. Τον αιώνα αυτόν διατυπώνεται η μικροβιακή θεωρία από τον Lui Paster (1822 – 1895). Επινοούνται επίσης οι τεχνικές καλλιέργειας μικροβίων από τους Robert Wilhelm von Bunsen) και οι δίσκοι καλλιέργειας από τον Julius Petri. Καθιερώνονται σταδιακά η αναζήτηση μικροβίων στο ίζημα των ούρων και η καλλιέργεια τους. Η ανάπτυξη, δε, το 1956 της πρώτης χρωματικής ταινίας ούρων για την γλυκόζη από την Helen Murray Free και τον Albert Free οδήγησε σταδιακά στα sticks πολλαπλών παραμέτρων (dip-and-read) που χρησιμοποιούνται σήμερα.
Γενική εξέταση – ανάλυση ούρων
Η γενική εξέταση, ή ανάλυση ούρων είναι μία από τις σπουδαιότερες διαγνωστικές εξετάσεις της Ιατρικής. Αποκαλύπτει πλήθος πληροφοριών που σχετίζονται με την υγεία και την καλή λειτουργία οργάνων και συστημάτων του ανθρώπινου σώματος. Συνεπώς είναι μία από τις βασικές εξετάσεις που συνιστώνται όχι μόνο σε υποψία παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος αλλά και στα πλαίσια ενός οποιουδήποτε προσυμπτωματικού ελέγχου (check – up).
Η τέχνη της ουροσκοπίας είχε ως βάση της τις ανθρώπινες αισθήσεις (όραση, οσμή, γεύση), οι οποίες φυσικά δεν μπορούσαν να αποτελέσουν έναν αξιόπιστο διαγνωστικό παράγοντα. Ήταν ανέκαθεν ένα κράμα θεραπευτικής με επιστημονικές, εμπειρικές, φιλοσοφικές, θρησκευτικές αλλά και κοινωνικές προεκτάσεις. Παρόλα η Ουροσκοπία αποτέλεσε ουσιαστικό παράγοντα στην εξέλιξη της διαγνωστικής ιατρικής. Η συμβολή τόσο των Βυζαντινών, όσο και των δυτικών ιατρών του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης ήταν πολύτιμη καθώς από αυτούς προέκυψε η σύγχρονη χημική ανάλυση των ούρων, βασικό διαγνωστικό εργαλείο της σύγχρονης ιατρικής.