Είναι η χειρουργική επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται κομμάτι ιστού από το εσωτερικό της ουροδόχου κύστης και γίνεται για την διάγνωση και θεραπεία του καρκίνου της ουροδόχου κύστης.
Η διουρηθρική εκτομή του νεοπλάσματος με την ιστοπαθολογική εξέταση, τη σταδιοποίηση και τους άλλους προγνωστικούς παράγοντες, αποτελούν την αρχική θεραπευτική αντιμετώπιση για τους μη διηθητικούς (επιφανειακούς) όγκους κύστεως (pTaT1).
Είναι αναγκαία η πλήρης εξαίρεση του νεοπλάσματος συμπεριλαμβανομένου και τμήματος του μυϊκού τοιχώματος, ώστε να μπορεί να διαπιστωθεί ιστολογικά η ενδεχόμενη διήθησή του.
Ποια είναι η διαδικασία της επέμβασης;
Η διουρηθρική εκτομή όγκου κύστης αποτελεί μια κρίσιμη διαδικασία στη διάγνωση και τη θεραπεία των όγκων TaT1. Η στρατηγική της επέμβασης εξαρτάται από το μέγεθος της βλάβης. Σε μικρούς (<1cm), μονήρεις όγκους μπορεί να γίνει en-block εκτομή, ενώ σε μεγαλύτερους όγκους η εκτομή γίνεται σε κλάσματα (εξωφυτικό τμήμα του όγκου, υποκείμενο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης και όρια της περιοχής εκτομής).
Η παρουσία μυϊκού τοιχώματος στο δείγμα για ιστολογική εξέταση απαιτείται σε όλες τις περιπτώσεις.
Αναλυτικότερα, εισάγεται στην ουρήθρα υπό οπτικό έλεγχο ένα ειδικό όργανο, το ρεζεκτοσκόπιο, που κόβει και αφαιρεί πλήρως τον όγκο από την ουροδόχο κύστη. Στη συνέχεια καυτηριάζεται η περιοχή της εκτομής για την πρόληψη αιμορραγίας. Υπάρχει η πιθανότητα ο χειρουργός να λάβει βιοψίες και από άλλες περιοχές που εμφανίζονται ύποπτες για κακοήθεια. Στο τέλος της επέμβασης τοποθετείται καθετήρας μέσω του οποίου εφαρμόζονται πλύσεις με φυσιολογικό ορό σε συνεχή ροή. Για την επέμβαση απαιτείται γενική ή ραχιαία αναισθησία.
Ποια είναι η μετεγχειρητική παρακολούθηση;
Ο ασθενής μπορεί να εξέλθει την ίδια ημέρα σε περιπτώσεις μικρών όγκων, αλλά η συνήθης πρακτική απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο για ένα βράδυ. Ο καθετήρας αφαιρείται συνήθως 24 ώρες μετά την επέμβαση. Ο ασθενής εξέρχεται με οδηγίες για:
- Λήψη αντιβιοτικής αγωγής
- Ενυδάτωση (κατανάλωση 2000ml υγρών την ημέρα)
- Αποφυγή έντονης σωματικής κόπωσης για 14 ημέρες
- Αποφυγή άρσης βάρους > 2kg για 14 ημέρες
- Αποφυγή σεξουαλικής επαφής για 14 ημέρες
- Βελτίωση δυσκοιλιότητας (αν υπάρχει)
- Διακοπή καπνίσματος
Ποιες είναι οι πιθανές επιπλοκές μετά την επέμβαση;
Η πλειοψηφία των ασθενών δεν αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα μετά την επέμβαση, πέραν ήπιας αιματουρίας και καύσου κατά την ούρηση για μικρή χρονική περίοδο.
Μετά την επέμβαση μπορεί να παρατηρηθούν:
Συχνά
- αίσθημα καύσου στην ουρήθρα
- αιματουρία
Περιστασιακά
- ουρολοίμωξη
- παραμονή του καθετήρα για περισσότερες ημέρες
- μετεγχειρητικός πυρετός
- επίσχεση ούρων
Σπάνια
- αιματοκύστη (σημαντική αιμορραγία με πήγματα)
- ουροσήψη (σημαντική λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος)
- τραυματισμός ή/και ρήξη κύστης
- δημιουργία ουρινώματος
- καθυστερημένη αιματουρία που πιθανό να απαιτήσει τοποθέτηση καθετήρα με πλύσεις ή επανεπέμβαση
- κάκωση ουρητήρων
Το 1910 ο Edwin Beer εισήγαγε την ελάχιστα επεμβατική ενδοσκοπική θεραπεία των όγκων της ουροδόχου κύστης με ηλεκτροκαυτηρίαση, ως εναλλακτική λύση στην ανοικτή υπερηβική προσέγγιση.
Αργότερα, το 1931, ο τομέας της ενδοουρολογικής ογκολογίας έφερε για πάντα επανάσταση, όταν οι Stern και McCarthy χρησιμοποίησαν το πρώτο ρεζεκτοσκόπιο, επιτρέποντας την ενδοσκοπική διάγνωση και θεραπεία όγκων της ουροδόχου κύστης για πρώτη φορά στην ιστορία. Από τότε έως και σήμερα η διουρηθρική εκτομή αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της διαχείρισης των όγκων της ουροδόχου κύστης.
Η διουρηθρική εκτομή (TUR-BT) αποτελεί τη βασική χειρουργική επέμβαση για τη διάγνωση, σταδιοποίηση και θεραπεία των όγκων της ουροδόχου κύστης.
Είναι μια επέμβαση ασφαλής, στοχευμένη, εξατομικευμένη και ελάχιστα επεμβατική.
Επιπλοκές των ενδοσκοπικών επεμβάσεων για την αντιμετώπιση της ουρολιθίασης
16 Νοεμβρίου, 2024Στυτική διαταραχή και καρδιολογικά προβλήματα
6 Νοεμβρίου, 2024